Δε γίνεται, έπρεπε να το γράψω για να δω αν είμαι η μόνη που τσαντίστηκε με τη βάφτιση του παιδιού της.
Κατ’ αρχήν να σας πω οτι εγώ με τις τελετές δεν τα πάω καλά, ούτε με τα έθιμα που αφορούν τελετές. Δε μ’ ενδιέφεραν ποτέ, και γι’ αυτό είμαι στουρνάρι σε τέτοια θέματα. Αλλά τελος πάντων είπα κι εγώ να βαφτίσω το παιδάκι μου όπως οι περισσότεροι έλληνες άλλωστε, έτσι, για να μη μου πει αργότερα “μαμά, γιατί εγώ δε βαφτίστηκα ενώ όλα τα άλλα παιδάκια βαφτίστηκαν;”
Η πρώτη τσαντίλα ήρθε πριν από 4 περίπου μήνες που πήγαμε στην ενορία του άντρα μου, στην εκκλησία που κι εκείνος βαφτίστηκε, να κλείσουμε μια ημερομηνία με τον παπά. Ζητάμε να δούμε τον παπά, κι εκείνος κοιτώντας μας είπε: “Ποιανού παιδί θα βαφτιστεί;”
Κολλήσαμε εκείνη τη στιγμή και απαντάμε “ε, ποιανου; Το δικό μας!”
Μας ρίχνει ένα βλέμμα πάνω-κάτω και λέει “Είστε παντρεμένοι με πολιτικό γαμο, ε;”
Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα “τι διάολο, που το κατάλαβε, στο κούτελό μας το γράφει;” Ίσως το κατάλαβε γιατι κανείς δεν του φίλησε το χέρι γιατί ήταν ολίγον μπίχλας και ολίγον τζόρας, ή επειδή απλά το ξεχάσαμε, ή τελοσπάντων επειδή δεν πάμε εκκλησία, δεν το καταχωρήσαμε στο μυαλό μας οτι έτσι συνηθίζεται…
Τέλοσπάντων, πάμε στο γραφείο του και μας ζητάει τα χαρτιά. Κι εκεί σκάει το παραμύθι: “Ναι.. ναι… κοιτάξτε, υπάρχει ενα πρόβλημα… Ξέρετε, υπάρχει μια εγκύκλιος από τη Μητρόπολη, οτι …ξέρετε… οι πολιτικοί γάμοι… τα παιδιά… ε, κανονικά δε θα έπρεπε να τα βαφτίζουμε”
Στο σημείο αυτό είχαν ήδη αρχίσει να ανάβουν τα λαμπάκια μου. Του κάνω την εξής απλή ερώτηση, με πολύ ευγενικό τόνο, τάχα μου δήθεν οτι απορώ, ενώ το περίμενα οτι θα πει αυτό που είπε: “Συγγνώμη να ρωτήσω κάτι; Γιατί συμβαίνει αυτο, αφού…” (ήθελα να του πω οτι εγώ ξέρω π.χ. Αλβανούς που ήρθαν στην Ελλάδα που δεν είχαν κάνει ποτέ θρησκευτικό γάμο, αλλά τα παιδιά τους βαφτίστηκαν κανονικά, αλλά δε με άφησε να τελειώσω τη φράση μου). Κι εκεί αλλάζει τόνο, αλαφιάζει και λέει: “Ε, ναι, βέβαια, ε, κάτι θα γίνει,… ναι, ναι, βεβαίως να βαφτιστεί το παιδί”
Όταν αργότερα είπα στην πεθερά μου το σκηνικό, μου είπε: “ε, δεν κατάλαβες; Ίσως να περίμενε φακελάκι”
Τελοσπάντων, πάει κι αυτό. Αρχίζουμε ετοιμασίες. Περιττό να σας πω οτι λόγω αφραγκίας κάναμε τα μίνιμουμ και τα περισσότερα τα φτιάξαμε με τα χεράκια μας και τα χεράκια των νονών (3 νονούς είχαμε, να μοιραστούν και τα έξοδα), ενώ σταυρό ουσιαστικά μας τον χάρισε ο αδελφός της μιας νονάς που φτιάχνει καταπληκτικά κοσμήματα (πλήρωσαν μόνο τα υλικά οι νονοί).
Κι έρχεται η μεγάλη μέεεεεραααα. 9 Ιουνίου 2013. Φτάνουμε στην εκκλησία κι εκεί με περίμεναν οι καλεσμένοι (αρκετά περισσότεροι απο ό,τι τους είχα υπολογίσει, καμια 70αρια. Που βρέθηκαν όλοι αυτοί, μη με ρωτήσετε!). Κι αρχίζουν: “Τι κούκλος είναι αυτός!” Και να τον πιάνουν, να τον τσιμπάνε, να τον πασπατεύουν. Τι να κάνει το μωράκι, τα ‘παιξε και νευρίασε. Εγώ προσπαθούσα να τους κρατήσω σε απόσταση, αλλά δε χαμπάριαζαν. Ακόμη κι όταν πήγα κάπου παράμερα, με βρήκανε κι άρχιζανε τα “Τι τεράστιος είσαι εσύ, τι γλύκας, τι παίδαρος” και δωστου τσιμπηματάκια στις μαγούλες (που τις έχει και μπόλικες).
Με τα πολλά, πάμε και μέσα, κι αρχίζει ο Γολγοθάς του παιδιού μου. Έχοντας πάει και σε άλλες βαφτίσεις, είχα δει οτι όταν οι νονοί είναι 2-3, μπορεί να κρατήσει και να πει το “πιστεύω” ένας από αυτούς, αυτός με τον οποιον αισθανεται καλύτερα το παιδί. Ετσι είπα να κάνω κι εγω. Έλα μου όπως που ο παπάς ήταν και παραδοσιακός (και δεν έπαιρνε κι απο λόγια) κι ήθελε να τον δώσει σε όλους. Και καλά οι γυναίκες, αλλά ο γιόκας μου δε γουστάρει να τον κρατάει κανένας άντρας εκτός από τους κοντινούς συγγενείς του.
Κι αρχίζει το μυστήριο. Αρχικά τον κράτησε η νονά με την οποία τα πάει πολύ καλά, κι όλα καλά. Με το που τον παίρνει ο νονός, σουφρώνει τη μούρη κι αρχίζει το κλάμα. Μα τι κλάμα! Και με έβλεπε κι απέναντι, άπλωνε χεράκια να τον “σώσω”, κι εγώ να μην μπορώ να κάνω τίποτε.
Εγώ στο μεταξύ, σπάνια τον ακούω να κλαίει, διοτι απλά δεν τον αφήνω ποτέ να κλάψει. Δεν μπορώ, σπαράζει η καρδιά μου. Πάντα προλαβαίνω τις ανάγκες του πριν να κανει “κιχ”, αμα χτυπήσει την κεφαλίτσα του εκεί που παίζει κατευθείαν τον κάνω να γελάσει και να ξεχαστεί, και γενικώς είμαι πάντα εκει. Κι εγώ να μην είμαι, είναι ο μπαμπας του, η πεθερά μου, η μάνα μου που τις εμπιστεύεται. Αυτό το παιδί γενικά, δεν ξέρει τι είναι να μην ανταποκρίνεται κάποιος στο κλάμα του. Και το ξέρει οτι θα ανταποκριθούμε, γι’ αυτό ποτέ δεν τρελαίνεται κατευθείαν στο κλάμα. Στην περίπτωση όμως αυτή, όσο έβλεπε οτι δεν πάω εκεί, τόσο σπάραζε αυτός απέξω του, και άλλο τόσο σπάραζα κι εγώ απο μέσα μου.
Τελοσπάντων. Μετά, αφου τελειώσαν τα διάφορα, μου λέει ο παπάς “παρτον έξω να ηρεμήσει”. Μετά από 5-6 κουκου-τζα και χαζομαρούλες ηρεμεί. Με το που πάω να ξαναμπω στη εκκλησία, ξανασουφρώνει τη μούρη κι αρχίζει κλάμα! Ηδη είχε ένταση και μάλλον μπαίνοντας και βλέποντας πάλι όλον τον κόσμο του κακοφάνηκε. Πάω, τον γδύνω, κλάάάάάάάάάάάμα…. Τέτοιο κλάμα ούτε με τους κολικούς δε έκανε. Τον αρπάζει ο παπάς, λέει ό,τι είναι να πει (ανάθεμα κι αν άκουσα τι είπε γιατί ειχα το μυαλό μου στο μικρό), το βουτάει και το καημένο ηρέμησε γιατί νόμιζε οτι θα κάνει μπανάκι. Μόλις τον βγάζει, το κλάμα της αρκουδας και να μην ηρεμεί με τίποτε. Και βαλτον μετά να τον ντυσεις με τους νονούς και να κλαίει, να με σφίγγει και να μη θέλει τίποτε εκτός από το να τον πάρω απο κει μέσα το συντομότερο δυνατό, να χτυπιέται και να μην μπορούμε να τον ντύσουμε (γιατί ειναι και μεγαλόσωμος και δυνατός).
Και ξανά-μανά να τον παίρνουν οι νονοί –ντυμένο αυτή τη φορά- , ενώ το κλάμα συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια του “μυστηρίου”. Εγώ κομμάτια, να γυρνάω γύρω-γυρω από τον παπά και τους κουμπάρους σαν το όρνιο που είναι έτοιμο ν’ αρπάξει τη λεία του, κάποια στιγμή δεν άντεξα και τον πήρα αγκαλιά από πίσω απ’ τη νονά, ενω ο παπάς να με μαλώνει οτι “μακριά η μάνα!!!” . Και χωρίς να καταλάβω τι γίνεται, κάποια στιγμή βρέθηκα στο κέντρο να γονατίζω και να φιλάω τα χέρια των νονών που ήταν μπροστά μου και πίσω μου … Δε μου φτάνε η ζαλάδα μου, οι μετάνοιες με μάραναν. Ε, κι ήρθα κι έγινα κουρούμπελο και ψυχολογικό ράκος, ενώ γύρω μου άκουγα χαρούμενους καλεσμένους να σχολιάζουν το πόσο έκλαψε ο μικρός, και τι ωραία ήταν όλα αν και χειροποίητα, και τι κούκλα και καλοντυμένη ήμουν.
Με το που μου δίνει το πράσινο φώς ο παπάς να τον πάρω αγκαλιά το μικρό, τον αρπάζω, τον βγάζω έξω κι εξαφανίζομαι! Δε χαιρέτησα κανέναν, απλά πήγα πίσω στο προαύλιο και τον ηρέμησα. Πήρα το καρότσι κι εξαφανιστήκαμε, η πεθερά μου κι εγώ. Τον πήγαμε σπίτι της που είναι 2 βήματα από την εκκλησία, τον ταϊσαμε και έπεσε το κακομοιράκι ξερό για ύπνο.
Και το κερασάκι στην τούρτα ποιο ήταν; (Το έμαθα μετά) Οταν ο παπάς κάλεσε τους νονούς στο γραφείο του, του έδωσαν ενα ποσό όχι ιδιαίτερα μεγάλο, αλλά ούτε και ξεφτιλισμένο, κι εκείνος τους λεει: “Είναι λίγα!” Δηλαδή τι εννοεί “είναι λίγα;” Για ποιό πράγμα είναι λίγα; Για μια τελετή κι ενα λειτούργημα που τα πληρώνω εγώ σαν πολίτης από τους φόρους μου; Αφού το κράτος τους πληρώνει ρε παιδιά… Κάνω λάθος;
Ευτυχώς οι καλοί μου νονοί, απάντησαν καταλλήλως: “Τόσα έχουμε πάτερ, καταλαβαίνετε, υπάρχει κρίση”. Στην τελική, αφου η εκκλησία είναι εδώ για τους πτωχούς, ας κάνει μια υποχώρηση να πάρει λιγότερο μπουναμά, ας κάνει μια αγαθοεργία βρε αδελφέ, για το νεόπτωχο ποίμνιό της!
Τα συμπέρασματά μου λοιπόν από αυτη την εμπειρία μου είναι:
1) Η βάφτιση είναι βάρβαρο πράγμα όταν γίνεται σε ένα μωρό της ηλικίας των 11 μηνων. Περιττό να σας πω βέβαια, οτι το παιδάκι τρελάθηκε για 3-4 μέρες και δεν κοιμόταν, γκρίνιαζε συνέχεια και με ζητούσε όλη την ώρα. Γνώμη μου: Θα έπρεπε να βαφτιζόμαστε μετά τα 4 χρόνια μας που μπορούν να μας εξηγήσουν τι γίνεται και γιατί. Η μετά που θα σαραντίσουμε, που είμαστε στον κόσμο μας ακόμη.
2) Η εγώ είμαι υπερβολική ή κάποιοι καλεσμένοι μου στον κόσμο τους που τους φάνηκε “γλυκούλα” και “συγκινητική” όλη αυτή η βαρβαρότητα και μου έλεγαν γελαστοι “έλα βρε, όλα τα μωρά κλαίνε στις βαφτίσεις, να σου ζήσει ο νεοφώτιστος”. Δε με νοιάζει τι κάνουν τα άλλα μωρά, το δικό μου δε θέλω να μου απλώνει χεράκια με απόγνωση κι εγώ να μην το παίρνω αγκαλιά. Ούτε θέλω να μου το τυραννάνε τόση ώρα δινοντας το σε ανθρώπους που δε γουστάρει την αγκαλιά τους, μπροστά σε 70 άτομα που μουρμουράνε.
3) Καλά που δεν πήγα να τα σκάσω (που δεν έχω, αλλά λέμε) όπως μου έλεγαν κάποιοι “για το παιδί μου”. Ποιό παιδί μου καλε; Για τα μάτια του κόσμου μόνο θα τα έσκαγα. Το παιδί μου δεν το νοιάζει ούτε τι θα φοράει, ούτε το πόσο στολισμένη είναι η εκκλησία την ώρα που πλαντάζει στο κλάμα. Το νοιάζει να το πάρει η μαμά και να το ηρεμήσει. Στην τελική, “μυστήριο” είναι η βάφτιση, όχι γκαλά. Στην τελευταία βάφτιση που πήγα δεν ήμουν μάνα και δεν είχα καταλάβει τι παίζεται. Και δεν ασχολούμουν και με βαφτίσεις γενικά, ούτε καν πρόσεχα τι γινόταν. Αν είχα καταλάβει πιο πριν, θα πήγαινα μόνη με τον άντρα, τα πεθερικά και τους 3 νονούς να τον βαφτίσουμε, χωρίς τίποτε άλλο, γιατί τελικά, τίποτε άλλο δε χρειάζεται. Αλλά ας όψονται τα έθιμα και οι παρεξηγήσεις με τα συγγενολόγια, που θα έλεγαν “δε μας καλέσανε”…
Δεν ξέρω για σας βρε παιδιά, αλλά εγώ το μόνο που έχω στο μυαλό μου είναι να νιώθει καλά το παιδάκι μου. Κι άπαξ και η βάφτισή του ήταν τελικά ένα μαρτύριο που δεν ήξερε από που του ήρθε, που τελέστηκε από έναν ανάξιο παπά, το μόνο που θέλω είναι να την ξεχάσω το συντομότερο δυνατό.
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Σε βρίσκω πολύ υπερβολική.Το ότι εσυ έχεις καλομάθει το παιδάκι σου δε σημαίνει ότι η βάπτιση είναι βαρβάρο πράγμα.Κι άλλοι βαπτισαμε ήρεμα και το διασκεδάσαμε.Εσυ ξεκίνησες λάθος με γκρίνια και φυσικά το τελείωσες και λάθος αφου δε χαιρέτησε κανέναν καλεσμένο.Δε σεβάστηκες καν τα δώρα για το μωράκι σου και το ότι ήρθαν ενώ ας πούμε κάποιοι σίγουρα θα είχαν κάτι καλύτερο να κάνουν.Απ τα πιο δύσφορα κείμενα.λυπάμαι
Κι εκεί που διάβαζα το κατεβατό σου και είχα καταλήξει ότι είσαι τέρμα υπερβολική, μάλλον αντικοινωνική και απλά δεν γούσταρες να βαφτίσεις το παιδί σου (το οποίο είναι απόλυτα σεβαστό και δικαίωμά σου) γι'αυτό και όλα σου έφταιγαν, πετάς στη τελευταία παράγραφο αυτό "Αν είχα καταλάβει πιο πριν, θα πήγαινα μόνη με τον άντρα, τα πεθερικά και τους 3 νονούς να τον βαφτίσουμε, χωρίς τίποτε άλλο, γιατί τελικά, τίποτε άλλο δε χρειάζεται" και σε χάνω τελείως... Τελικά το πρόβλημά σου ήταν όοοοοοοολα αυτά που αναφέρεις τοσο λεπτομερώς παραπάνω ή απλά οι καλεσμένοι;οεο P.S. Ζευγάρια που είναι παντρεμένοι με πολιτικό γάμο δεν επιτρέπεται να γίνουν νονοί από τους κανόνες της εκκλησίας, δηλαδη να βαφτίσουν κάποιο παιδί. Για τους γονείς με πολιτικό δεν το έχω ξανακούσει. Μήπως δεν κατάλαβες καλά όταν σας ρώτησε ο παπάς ποιος θα βαφτιστεί; Just saying...
Θα ήθελα να σας ρωτήσω γιατί βαφτισατε το παιδακι σας αφού δεν το πιστεύετε ούτε το θελατε;κανένας δεν σας υποχρεώνει να το κάνετε!!!!!!!Σε καμία ηλικία! Άρα μάλλον το μόνο που σας ενδιαφέρει είναι μόνο το τι θα πούνε αυτοί οι 70 ανεπιθυμητοι καλεσμένοι που είχατε! !!!! Είναι λοιπόντουλάχιστον υποκριτικό να τα βάζετε με την εκκλησία η την κοινή γνώμη αφού δεν μπορείτε να έχετε δική σας άποψη και να την στηρίξετε. Και προσέξτε γιατί αύριο αυτό το παιδάκι που τόσο πολύ προστατευετε δεν σας ρωτησει γιατί έμεινε αβαπτιστο αλλά γιατί το γεμίζετε με πράξεις που δεν πιστεύετε αλλά ικανοποιούν μόνο το κοινωνικό σας προφίλ! !!