Δήμητρα Γοργόλη, Ψυχίατρος- Ψυχαναλύτρια
Τα σωματικά συμπτώματα είναι αρκετά συχνά σε πολλές και διαφορετικές ιατρικές καταστάσεις. Αποτελούν τα πλέον σημαντικά στοιχεία, για να μπορέσει ο εκάστοτε κλινικός να διαφοροδιαγνώσει μέσω αυτών, την κλινική κατάσταση του ασθενούς από καταστάσεις με άλλα συμπτώματα.
Γενικότερα, σχετίζονται με πιο χαμηλή ποιότητα ζωής, αυξημένη χρήση των διαφόρων υπηρεσιών υγείας, καθώς κι αυξημένο ψυχολογικό στρες.
Είναι πολύ κοινά σε διάφορες γνωστές σωματικές ασθένειες, όπως είναι ο καρκίνος, οι καρδιολογικές παθήσεις κλπ, είναι όμως παρόντα και σε ψυχιατρικές καταστάσεις, όπως είναι οι διαταραχές του συναισθήματος, οι αγχώδεις και οι σωματόμορφες διαταραχές.
Ως προς την εντόπισή τους, ταξινομούνται σε τέσσερις κατηγορίες:
Για να εισάγουμε στο σημείο αυτό, τα σωματικά συμπτώματα στις καταθλιπτικές διαταραχές, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η κατάθλιψη περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ψυχική νόσο, επηρεάζει ολόκληρο τον οργανισμό. Μαζί με τις αγχώδεις διαταραχές, θεωρείται ο πιο σημαντικός παράγοντας πρόβλεψης της συνολικής υγείας του οργανισμού, με την έννοια ότι μπορεί να προβλέψει την πορεία τόσο των ήδη υπαρχόντων σωματικών νοσημάτων, όσο και την δημιουργία νέων. Σε σχέση με τα σωματικά συμπτώματα, αυτά συνήθως συνδυάζονται με τα ψυχικά, αποτελώντας εκφάνσεις τους, με την έννοια ότι είτε χειροτερεύουν ή βελτιώνονται, αναλόγως με την πορεία των καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Τέλος, σε πιο σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να υπάρξει υποκλινική ή άτυπη κατάθλιψη, όπου τα σωματικά συμπτώματα αναδεικνύονται ως τα μόνα, που φανερώνουν ακόμα και την ίδια την ύπαρξη της νόσου.
Ας δούμε καταρχήν τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στην δημιουργία σωματικών συμπτωμάτων στην κατάθλιψη, αλλά και στην σύνδεση μεταξύ των σωματικών συμπτωμάτων με τη μετέπειτα εκδήλωση καταθλιπτικής διαταραχής.
Το οξύ στρες ενεργοποιεί το συμπαθητικό νευρικό σύστημα και απενεργοποιεί το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα, ένας μηχανισμός ο οποίος έχει ονομαστεί «αντίδραση πάλης ή φυγής» και αποτελεί φυσιολογική αντίδραση του οργανισμού. Έχει βρεθεί όμως, ότι σε περιόδους όπου το στρες διατηρείται για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα ή/και συνδυάζεται με κατάθλιψη, η αυτονομική δραστηριότητα αυτή διαταράσσεται.
Μπορούμε να ελέγξουμε την δραστηριότητα του αυτόνομου, μέσω της παρακολούθησης των επιπέδων των κατεχολαμινών στο πλάσμα του αίματος, δηλαδή της νοραδρεναλίνης και των μεταβολιτών της. Έχει βρεθεί λοιπόν στις αντίστοιχες μελέτες, ότι κατάθλιψη είναι μία διαδικασία που μάλλον αυξάνει πιο σταθερά την δραστηριότητα του συμπαθητικού και μειώνει την δραστηριότητα του παρασυμπαθητικού συστήματος, με αποτέλεσμα το άτομο να στρεσσάρεται ακόμη κι όταν το ερέθισμα δεν είναι αγχογόνο.
Οποιαδήποτε μεταβολική διαταραχή μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη διαβήτη, παχυσαρκίας, παθήσεων στην καρδιά, καρκίνου ή νοητικών διαταραχών . Σε ανασκόπηση μελετών των Pan et al. αποδείχθηκε ότι η κατάθλιψη και το μεταβολικό σύνδρομο συνδέονται μεταξύ τους, αφού η πρώτη μπορεί να αποτελεί πρόδρομο του δεύτερου.
Η διαταραχή εντοπίζεται στο λιπώδη ιστό και πιο συγκεκριμένα στην κοιλιακή περιοχή. Ο ιστός αυτός παράγει διάφορες κυτοκίνες που σχετίζονται με την εμφάνιση κατάθλιψης και μεταβολικού συνδρόμου. Άλλο πιθανό αίτιο σχετίζεται με βλάβη στο ενδοθήλιο των αγγείων, που σχετίζεται με το μεταβολικό σύνδρομο και έναρξη κατάθλιψης.
Αυτό το σύστημα (Υποθάλαμος- Υπόφυση- Επινεφρίδια), είναι ένα από τα πιο γνωστά συστήματα στον ανθρώπινο οργανισμό και η δραστηριότητά του, θεωρείται ένας από τους πιο σημαντικούς μηχανισμούς στη δημιουργία καταθλιπτικών συμπτωμάτων.
Περιλαμβάνει την ενεργοποίηση του φλοιού του εγκεφάλου, ο οποίος λόγω του χρόνιου στρες με τη σειρά του ενεργοποιεί τον υποθάλαμο, όπου παράγεται η ορμόνη έκλυσης της κορτικοτροπίνης, η οποία με τη σειρά της ενεργοποιεί την υπόφυση, που τέλος ενεργοποιεί τους υποδοχείς των επινεφριδίων κι απελευθερώνουν κορτιζόλη στο αίμα. Διάφορες μελέτες έχουν αναδείξει, ότι οι ασθενείς με κατάθλιψη παρουσιάζουν σταθερά αυξημένα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα και για να εξηγηθεί το συγκεκριμένο έχουν προταθεί διάφορες υποθέσεις.
Η υπερκορτιζολαιμία που υπάρχει σε έναν καταθλιπτικό ασθενή μπορεί να σχετίζεται με αλλαγή οπουδήποτε στο σύστημα υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια.
Αρκετά πρόσφατα στοιχεία έχουν αναδείξει την σημασία της φλεγμονής στην καταθλιπτική νόσο. Συγκεκριμένα, έχει βρεθεί ότι η κατάθλιψη σχετίζεται με διαταραχές στην φλεγμονώδη διαδικασία, μια ανοσολογική απόκριση που ξεκινά με την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού δικτύου της φλεγμονής. Διάφορα μόρια παίζουν ρόλο εδώ, με πιο σημαντικά τις προ φλεγμονώδεις κυτοκίνες Ιντερλευκίνη-1 κι Ιντερλευκίνη-6 (IL-1, IL-6), τον παράγοντα νέκρωσης των όγκων TNF, κ.ά. τα οποία παράγουν φλεγμονώδη κύτταρα ως απόκριση στην ανοσολογική έκθεση. Υπάρχουν κι άλλες κυτοκίνες, όπως για παράδειγμα η Ιντερλευκίνη-10, οι οποίες εμφανίζουν αντιφλεγμονώδη δράση κι αντιτίθενται στην ανοσολογική απάντηση, μέσω διαφόρων μοριακών μηχανισμών.
Οι πρώτες μελέτες συσχέτισης της φλεγμονής και της κατάθλιψης, ξεκινούν το 1991, με αυξημένα ποσοστά φλεγμονωδών δεικτών να ανευρίσκονται σε καταθλιπτικούς ασθενείς, ενώ πρόσφατα ευρήματα από κλινικές μελέτες, καταδεικνύουν τη σύνδεση της κατάθλιψης και με διάφορους άλλους ανοσολογικούς μηχανισμούς όπως οι μοριακοί μηχανισμοί σε επίπεδο κυττάρων. Αφού, λοιπόν, είδαμε τους μηχανισμούς δημιουργίας των σωματικών καταθλιπτικών συμπτωμάτων, ας δούμε λοιπόν ποια είναι συμπτώματα αυτά3.
Βλέπουμε λοιπόν πόσο μεγάλη είναι η συνεισφορά της κατάθλιψης στη δημιουργία των σωματικών συμπτωμάτων καθώς και πόσο σημαντικός ο τρόπος που τα σωματικά συμπτώματα αλληλεπιδρούν με τα ψυχικά..
πηγή lilly.gr
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο