του Δρ. Σπύρου Γαρζώνη, Παθολόγου – Διαβητολόγου
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι ένα νόσημα σοβαρό, με επιπλοκές από πολλά όργανα και συστήματα του οργανισμού. Και είναι, δυστυχώς, ένα από τα συχνότερα νοσήματα που συναντάμε σήμερα παγκοσμίως, με αποτέλεσμα αρκετοί από εμάς να έχουμε κάποιον κοντινό συγγενή που πάσχει από διαβήτη. Τι μπορεί, όμως, να σημαίνει αυτό για τη δική μας υγεία μελλοντικά; Ή, ακόμα, το ότι εμείς διαγνωστήκαμε με διαβήτη, τι σημαίνει για τα παιδιά μας;
Τελικά, κληρονομείται ο διαβήτης; Μια γενική απάντηση θα ήταν ότι ο διαβήτης έχει αρκετά ισχυρή σύνδεση με την κληρονομικότητα. Ή, ακόμα πιο σωστά, ότι αυτό που κληρονομείται είναι συνήθως μια προδιάθεση για διαβήτη.
Με την εξαίρεση κάποιων σπάνιων μονογονιδιακών τύπων διαβήτη που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά (διαβήτης τύπου MODY,), η κληρονόμηση αυτής της προδιάθεσης εξαρτάται από πάρα πολλούς γονιδιακούς τόπους. Και, επιπλέον, η εκδήλωση τελικά του διαβήτη εξαρτάται και από πολλούς παράγοντες του περιβάλλοντος.
Από τους δύο κύριους τύπους διαβήτη, ο διαβήτης τύπου 1 είναι μάλλον αυτός που επηρεάζεται λιγότερο από το οικογενειακό ιστορικό. Είναι ο διαβήτης που συνήθως εμφανίζεται ξαφνικά, σε παιδιά ή νεαρούς ενήλικες, και που στο 90% περίπου των περιπτώσεων δεν υπάρχει κάποιος συγγενής που να τον είχε.
Τα γονίδια σαφώς και παίζουν ρόλο (κυρίως γονιδιακές περιοχές του συστήματος HLA), καθορίζοντας το πώς αντιδρά το ανοσοποιητικό σε διάφορους παράγοντες του περιβάλλοντος και το αν, τελικά, μέσω αυτοάνοσων μηχανισμών, θα ενεργοποιηθεί ο καταρράκτης αντιδράσεων που θα καταστρέψει τα ινσουλινο-παραγωγά κύτταρα του παγκρέατος, για να εκδηλωθεί ο τύπου 1 διαβήτης.
Πρακτικά, η πιθανότητα ενός ανθρώπου να παρουσιάσει διαβήτη τύπου 1:
Δυστυχώς, όσον αφορά τον τύπο 1, δεν έχουμε ακόμα τρόπο να προλάβουμε και να αποτρέψουμε την εκδήλωση της νόσου. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε να αναγνωρίσουμε εγκαίρως τα πρώτα συμπτώματα αν εμφανιστούν (κυρίως πολυουρία, πολυδιψία και ανεξήγητη απώλεια βάρους).
Όσον αφορά όμως το συχνότερο τύπο, τον διαβήτη τύπου 2, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Η κληρονομικότητα της προδιάθεσης είναι κι εδώ πολυπαραγοντική, αλλά πολύ πιο ισχυρή. Τα γονίδια που έχουν ενοχοποιηθεί (περίπου 60 διαφορετικά γονίδια) σχετίζονται είτε με τη λειτουργία των κυττάρων του παγκρέατος και την έκκριση ινσουλίνης, είτε με την ανταπόκριση των υπολοίπων κυττάρων του οργανισμού στην ινσουλίνη («αντίσταση στην ινσουλίνη»).
Όμως, το αν θα εκδηλωθεί τελικά διαβήτης τύπου 2 εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τροποποιήσιμους περιβαλλοντικούς παράγοντες, με κυριότερους την παχυσαρκία και την καθιστική ζωή.
Αυτό το γεγονός δεν μας επιτρέπει να κάνουμε ακριβείς προβλέψεις (όπως για τον τύπο 1). Αλλά, παράλληλα, μας δίνει τη δυνατότητα να παρέμβουμε και να αποτρέψουμε την εμφάνιση της νόσου. Και επειδή η εμφάνιση αυτού του τύπου διαβήτη συνήθως δεν συνοδεύεται από συμπτώματα όπως του τύπου 1, η παρέμβασή μας θα πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν νωρίτερα, χωρίς να περιμένουμε κάποιο προειδοποιητικό “καμπανάκι”.
Αυτό, λοιπόν, που πρέπει να κάνει κάποιος που έχει οικογενειακό ιστορικό διαβήτη τύπου 2 (αλλά και οποιοδήποτε άτομο με παράγοντες κινδύνου, όπως η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή που αναφέραμε) είναι να ακολουθεί κάποιες υγιεινοδιαιτητικές οδηγίες:
Με βάση τα παραπάνω, ένα διαιτολόγιο με υψηλό περιεχόμενο σε λαχανικά, φρούτα, όσπρια, δημητριακά ολικής άλεσης, ξηρούς καρπούς, ψάρια, ελαιόλαδο, μέτρια πρόσληψη αλκοόλ και χαμηλή πρόσληψη κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος (όπως είναι το μεσογειακό πρότυπο διατροφής), θα ήταν το ιδανικό.
Εξυπακούεται ότι, για τη διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους, είναι απαραίτητο να προσέχουμε και τη συνολική ενεργειακή πρόσληψη, ανάλογα με τις ανάγκες που έχει ο καθένας (με βάση το ύψος, το βάρος, την ηλικία κ.λπ.). Πρακτικά, δηλαδή, πέρα από την ποιοτική σύσταση του διαιτολογίου μας, είναι ίσως ακόμα σηματικότερο το μέγεθος των μερίδων μας.
Τέλος, ακριβώς επειδή ο διαβήτης δεν μας προειδοποιεί με συμπτώματα, δεν πρέπει να παραλείπουμε τη μέτρηση του σακχάρου στις τακτικές εξετάσεις αίματος π.χ. μια φορά τον χρόνο. Αυτό, σε συνδυασμό με τις σωστές συνήθειες διατροφής και άσκησης, αλλά και με την αποφυγή βλαβερών συνηθειών όπως το κάπνισμα, μας επιτρέπει να πάρουμε στα χέρια μας τον έλεγχο της υγείας μας. Έτσι, μειώνουμε κατά πολύ τις πιθανότητες να εμφανίσουμε διαβήτη, όπως και πολλά άλλα νοσήματα, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κληρονομική προδιάθεση.
πηγή lilly.gr
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο