Το βλέπεις παντού. Στις καφετέριες, στο γραφείο, σε μπαράκια, στο ίδιο σου το σπίτι. Μιλάμε διαρκώς, δεν ακούμε. Μιλάμε διαρκώς, δεν ακούμε. Δε θα το γράψω και τρίτη φορά, το ξέρεις, το ζεις. Πόσες φορές το έχεις κάνει… και άλλες πόσες έχεις νιώσει πως όσα κι αν λες, πάνε στο βρόντο. Έλα, αποκαλύψου! Δεν είναι κακό να παραδεχθείς μιαν ακόμα αλήθεια που ίσως πονάει. Ίσα ίσα, είναι μια πολύ καλή αρχή.
Θα μου πεις, σε μιαν εποχή που όλα τρέχουν, στροβιλίζονται, είναι τόσο εύπεπτα, γρήγορα, εύκολα, σχεδόν αυτοματοποιημένα, κάπως έτσι πήρε και ο λόγος μια παρόμοια μορφή. Λυπηρό αγαπημένε μου φίλε, δε νομίζεις; Θλιβερό. Μα γεγονός. Με το άγχος, τις πιέσεις και την τρελή καθημερινότητα πρέπει να προλάβεις όλα να τα μοιραστείς και η γλώσσα σου πάει ροδάνι. Αγχώνεσαι κι εσύ ο ίδιος καμιά φορά με τον ίδιο σου τον εαυτό που νιώθεις οτι ξεπερνάς και μέχρι εδώ να σε καταλάβω. Αυτό που δε μπορώ να καταλάβω είναι γιατί βρε άνθρωπε ενώ παρακολουθείς πως ο άλλος δίνει βάση στα λεγόμενά σου –ή τουλάχιστον προσπαθεί!- δεν ακούς.
Το βλέμμα σου είναι σε ένα διαρκές χάσιμο και το κεφάλι σου στο «πάνω κάτω» και τη φαινομενική κατανόηση των λεγόμενων του συνομιλητή σου. Ποιον κοροϊδεύεις; Και γιατί τόσο θέατρο; Είχες ανάγκη μόνο να τα πεις; Κάνε το ξεκάθαρο. Επιθυμούσες μόνο να κάνεις επίδειξη μιας σου εμπειρίας, ή ήθελες απλά να μοιραστείς ένα γεγονός, δίχως να ακούσεις κάτι παραπάνω; Κάνε το σαφές. Μην παίζεις, αλλιώς μάθε να ακούς.
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο