Μία νέα έρευνα δείχνει πως τα πρωτότοκα παιδιά έχουν καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο και εξηγεί επίσης το γιατί. Δεν είναι πως είναι πιο έξυπνα ή έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, αλλά το ότι οι γονείς τους ήταν πιο αυστηροί μαζί τους. «Οι άνθρωποι δεν θα πρέπει να αισθάνονται πως έχουν πιο περιορισμένες δυνατότητες επειδή είναι το δεύτερο ή τρίτο στη σειρά παιδί», λέει στο Yahoo Shine ο Joseph Host του Duke University. “Σίγουρα υπάρχουν κάποια πρότυπα σε όσα κατορθώνουμε με βάση τη σειρά με την οποία γεννηθήκαμε, αλλά αυτά τα κατορθώματα επηρεάζονται από πολλούς διαφορετικούς παράγοντες, ένας εκ των οποίων είναι και η ανατροφή από τους γονείς». Ο Host συνέγραψε την έρευνα μαζί με τον Juan Patano του Washington University.
Οι συγγραφείς, που είναι και οι δύο τους οικονομολόγοι, εξέτασαν τα δεδομένα της Εθνικής Διαχρονικής Έρευνας για τη Νεολαία, η οποία εξέτασε περισσότερους από 12.000 συμμετέχοντες. Η έρευνα εξέτασε το φύλο, το διαζύγιο, το μέγεθος της οικογένειας και άλλους παράγοντες που μπορεί να επηρέασαν τα αποτελέσματα. Ανακάλυψαν πως οι γονείς στα πρώτα παιδιά ήταν πιο αυστηροί μαζί τους όταν επέστρεφαν σπίτι με κακούς βαθμούς, σε σχέση με τα μετέπειτα παιδιά τους. Οι γονείς επίσης ήταν πιο χαλαροί με τους κανόνες που επέβαλαν στα νεαρότερα παιδιά τους όπως με τις ώρες που μπορούν να βλέπουν τηλεόραση, να παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια και άλλες δραστηριότητες που μειώνουν τις ώρες μελέτης. Η έρευνα ανακάλυψε πως το μεγαλύτερο σε ηλικία παιδί σε μία οικογένεια τεσσάρων έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να έχει τους γονείς του να παρακολουθούν το διάβασμά του από ό,τι το παιδί που γεννήθηκε τελευταίο. Ως αποτέλεσμα, τα μεγαλύτερα παιδιά είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι από τους πρώτους στην τάξη τους και τα μικρότερα τις μεγαλύτερες πιθανότητες να είναι από τους τελευταίους. Αυτό που έχει επίσης ενδιαφέρον είναι πως η έρευνα ανακάλυψε ότι οι γονείς ήταν πιο αυστηροί επειδή προσπαθούσαν να επιβληθούν ως έτσι. Όταν ένιωθαν πως ο πειθαρχημένος τρόπος ανατροφής στα πρωτότοκά τους είχε καθιερωθεί, είχαν την τάση να χαλαρώνουν.
Η Susan Whitbourne, καθηγήτρια ψυχολογίας στο University of Massachusetts, λέει ότι εκτιμά το πώς η έρευνα προσεγγίζει το θέμα επειδή εστιάζει στο ρόλο του γονέα και όχι με κάποιο εγγενές χαρακτηριστικό του παιδιού. «Έχουν γραφτεί πολλά σε σχέση με τη σειρά γέννησης που φαντάζει αιτιοκρατική», αναφέρει στο Yahoo Shine. «Υπάρχει η τάση των γονιών να θεωρούν πως το μεγαλύτερο παιδί τους θα τα πάει καλύτερα στο σχολείο, γι’ αυτό και έχουν περισσότερες απαιτήσεις από αυτό».
Το μεγάλο ενδιαφέρον στη σειρά γέννησης και στο αποτέλεσμα που έχει στην προσωπικότητα και την επιτυχία πηγαίνει πίσω περισσότερο από 100 χρόνια, όταν ο αυστριακός ψυχολόγος Alfred Adler, ένας σύγχρονος του Sigmund Freud, διατύπωσε πρώτος τη θεωρία πως η σειρά γέννησης έχει έναν εγγενή ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και ταξινόμησε τα χαρακτηριστικά των πρώτων, δεύτερων και τελευταίων στη σειρά γέννησης παιδιών καθώς και των παιδιών χωρίς αδέλφια και των διδύμων. Με λίγα λόγια, χαρακτήρισε πως τα μεγαλύτερα παιδιά είναι άτομα που αναζητούν την προσοχή και ένιωσαν σύγχυση σχετικά με τη θέση τους όταν ήρθαν στον κόσμο τα αδέλφια τους. Τα μεσαία παιδιά είναι τα πιο ανταγωνιστικά και οι ενήλικη ζωή τους χρειάζεται να είναι ανώτερη επειδή κέρδισαν με επιτυχία την προσοχή των γονιών τους και είχαν επίσης εξουσία πάνω στα μικρότερα αδέλφια τους. Όσο για τα μικρότερα παιδιά, τα περιέγραψε ως άτομα υπερπροστατευμένα και επιρρεπή στο να νιώσουν μειονεκτικότερα.
Από την εποχή του Adler, έχουν δημοσιευτεί περισσότερα από 1.000 επιστημονικά άρθρα και πολλά βιβλία επάνω στο θέμα. Το αποτέλεσμα του έντονου αυτού ενδιαφέροντος είναι το ότι σήμερα, η ιδέα των χαρακτηριστικών με βάση τη σειρά γέννησης έχουν πια κωδικοποιηθεί – σαν να διαβάζει κάποιος τα χαρακτηριστικά ενός ζωδίου. Ταυτόχρονα, επειδή πολλοί πιστεύουν στη σημασία της σειράς γέννησης, επιβάλλουν στερεότυπα στα παιδιά τους τα οποία καταλήγουν να αυτοεκπληρώνονται. Ο μεγαλύτερος είναι αυτός που έχει τους υψηλότερους στόχους και ο μικρότερος είναι ο κανακεμένος, και ούτω καθεξής.
Μία έρευνα το 2012 εξέτασε 200 μελέτες επάνω στο θέμα και διαπίστωσε πως προκύπτουν κάποια συγκεκριμένα μοτίβα στον καθορισμό των χαρακτηριστικών μας με βάση τη σειρά γέννησής μας. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτής:
Τα πρωτότοκα παιδιά είναι συχνά άτομα με υψηλό κίνητρο, προσωπικότητα τύπου Α και επιρρεπή στο στρες. Συμμορφώνονται πιο εύκολα και επηρεάζονται πιο εύκολα από την εξουσία.
Τα μεσαία παιδιά είναι κοινωνικά και λιγότερο επιρρεπή στο να αντιδράσουν για την προσοχή. Φαίνεται να αισθάνονται επίσης αποξενωμένα.
Τα μικρότερα παιδιά επιδεικνύουν τον υψηλότερο βαθμό κοινωνικότητας και ενσυναίσθησης. Είναι επίσης τα πιο επαναστατικά.
Τα μοναχοπαίδια έχουν μία έντονη επιθυμία για επιτυχία, είναι έξυπνα, και παρουσιάζουν τα περισσότερα προβλήματα συμπεριφοράς.
Η Whitbourne τονίζει πως η σειρά γέννησης δεν αποτελεί πεπρωμένο. Ενθαρρύνει τους γονείς να εξετάσουν τις δικές τους προκαταλήψεις και να καλλιεργήσουν τα ιδιαίτερα δυνατά σημεία του κάθε τους παιδιού. Αυτό ίσως να σημαίνει πως μπορούν να χαλαρώσουν όταν καμιά φορά το μεγαλύτερο παιδί τους δεν πάρει καλούς βαθμούς και να πουν στο μικρότερο να κλείσει την τηλεόραση και να επιστρέψει στο διάβασμα.
πηγή: shine.yahoo.com
το αρθρο σας ειναι πολυ κατατοπιστικο και πληρες. η αληθεια ειναι οτι εμεις οι γονεις πρεπει να σκεφτομαστε καλυτερα τη συμπεριφορα μας και να δινουμε τα ιδια κινητρα σε ολα τα παιδια μας! το αρθρο ηδη το εχει κολλησει στο ψυγειο μου για να μου υπενθυμιζει τα λαθη μου!! να ειστε καλα!