Οι περισσότεροι ενήλικες δυσκολεύονται να θυμηθούν γεγονότα από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους και οι επιστήμονες εντόπισαν την ακριβή ηλικία όπου αυτές οι παιδικές αναμνήσεις μας εγκαταλείπουν και χάνονται για πάντα.
Σύμφωνα με μία νέα έρευνα επάνω στην αμνησία της παιδικής ηλικίας – το φαινόμενο κατά το οποίο οι αναμνήσεις μας σβήνουν – αυτό συμβαίνει γύρω στα επτά μας χρόνια.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν πως παρόλο που τα περισσότερα τρίχρονα μπορούν να θυμηθούν αρκετά από όσα τους συνέβησαν περισσότερο από ένα χρόνο πριν, οι αναμνήσεις αυτές διατηρούνται στην ηλικία των πέντε και έξι ετών, αλλά ως τα επτά τους χρόνια, αρχίζουν και σβήνουν με γοργό ρυθμό.
Τα περισσότερα παιδιά ηλικίας οκτώ και εννιά ετών μπορούν να θυμηθούν μόλις το 35% των εμπειριών που είχαν πριν από την ηλικία των τριών, σύμφωνα με τα ευρήματα.
Οι ψυχολόγοι επικεφαλής της έρευνας λένε πως αυτό συμβαίνει επειδή στην ηλικία αυτή ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνουμε τις αναμνήσεις μας αρχίζει και αλλάζει.
Πριν από την ηλικία των επτά ετών τα παιδιά συνήθως έχουν μία ακατέργαστη μορφή αναμνήσεων, αναμνήσεις οι οποίες δεν συνδέονται χρονικά ή τοπικά με τις εμπειρίες τους, λένε.
Στην περίπτωση των μεγαλύτερων παιδιών, παρ’ όλ’ αυτά, τα πρώτα γεγονότα της ζωής που μπορούν να θυμηθούν είναι πιο ενήλικα από την άποψη περιεχομένου και τρόπου με τον οποίο δημιουργήθηκαν.
Τα παιδιά έχουν επίσης μεγαλύτερη τάση να ξεχάσουν από ό,τι οι ενήλικες και έτσι η απώλεια των αναμνήσεών τους αρχίζει και γίνεται μεγαλύτερη, με τις πρώτες αναμνήσεις να έχουν λιγότερες πιθανότητες να διατηρηθούν.
Τα ευρήματα βοηθούν επίσης να εξηγηθεί το γιατί τα παιδιά συχνά μπορεί να έχουν ζωντανές αναμνήσεις από γεγονότα, τα οποία λίγα χρόνια μετά τα ξεχνούν.
Η καθηγήτρια Patricia Bauer, ψυχολόγος και κοσμήτωρ της έρευνας στο Emory college of Arts and Science, η οποία ηγήθηκε της έρευνας, είπε: «Είναι εντυπωσιακός ο παράδοξος τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η μνημονική ικανότητα που σχετίζεται με τις πρώτες εμπειρίες της ζωής μας».
«Είναι πολύ πιο γρήγορη η απώλεια των πρώτων αναμνήσεων στην παιδική ηλικία, ενώ αργότερα αυτή επιβραδύνεται».
«Έτσι, οι αναμνήσεις που «επιβίωσαν» την πρώτη παιδική ηλικία έχουν πιθανότητες να διατηρηθούν και αργότερα στη ζωή».
Η καθηγήτρια Bauer και οι συνάδελφοί της εξέτασαν 83 παιδιά κατά τη διάρκεια της έρευνας, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Memory.
Τα παιδιά επισκέφτηκαν για πρώτη φορά το εργαστήριο στην ηλικία των 3 ετών και μίλησαν για έξι διαφορετικά γεγονότα που συνέβησαν στο παρελθόν, όπως οικογενειακά ταξίδια, εκδρομές, επισκέψεις στο ζωολογικό κήπο, την πρώτη μέρα στο σχολείο και τα γενέθλιά τους.
Τα παιδιά έπειτα επέστρεψαν στο εργαστήριο μεταξύ πέντε και εννέα ετών για να μιλήσουν για τα ίδια γεγονότα, προσπαθώντας να θυμηθούν τις λεπτομέρειες που είχαν παλαιότερα συγκρατήσει.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν πως μεταξύ του πέμπτου και του έβδομου έτους της ηλικίας τους, το ποσοστό των αναμνήσεων που τα παιδιά μπορούσαν να θυμηθούν ήταν μεταξύ 63-72%.
Ωστόσο, ο όγκος της πληροφορίας που διατήρησαν και συγκράτησαν τα παιδιά στο όγδοο και ένατο έτος της ηλικίας τους, έπεσε δραματικά στο 35 με 36%.
Όταν οι ερευνητές εξέτασαν πιο προσεκτικά τις λεπτομέρειες που θυμούνταν τα παιδιά, διαπίστωσαν διαφορές σε συγκεκριμένη ηλικία.
Οι αναμνήσεις των μικρότερων παιδιών δεν ακολουθούσαν κάποια αυτοβιογραφική αφήγηση, όπως τόπο και χρόνο. Οι αναμνήσεις τους ήταν λιγότερο αφηγηματικές, κάτι που οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα πως αυτό ενεργοποιεί μία διαδικασία κατά την οποία «η ανάκτηση των αναμνήσεων προκαλεί την απώλεια της μνήμης» – όπου προσπαθώντας να θυμηθούμε, καταλήγουμε να ξεχνούμε άλλες πληροφορίες.
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν, οι αναμνήσεις που θυμούνται από την παιδική ηλικία, αποκτούν τα στοιχεία της αφήγησης.
Η Bauer λέει: «Το γεγονός ότι τα μικρότερα παιδιά είχαν κενά στις αφηγήσεις τους σε σχέση με τα μεγαλύτερα παιδιά, πιθανόν να επηρεάζει την πρόσβασή μας στις πρώτες μας αναμνήσεις, ύστερα από την πρώτη δεκαετία της ζωής μας».
«Οι αναμνήσεις που επιβιώνουν στο ένατο και δέκατο έτος της ηλικίας μας, όπου οι αφηγηματικές ικανότητες είναι πιο ανεπτυγμένες, είναι ασφαλές να πούμε πως θα παραμείνουν μαζί μας ακόμη και στην πάροδο του χρόνου».
πηγή: telegraph.co.uk
Εγώ πάντως έχω πολλές αναμνήσεις από την παιδική μου ηλικία, μάλιστα θυμάμαι τέλεια σπίτι που μέναμε μέχρι όταν ήμουν εγώ 3 ετών, το έχω περιγράψει στους γονείς μου ολόσωστα και ποτέ δεν έχω ξαναμπεί μέσα σε αυτό(τώρα είμαι 33 και όχι δεν είχαμε φωτογραφίες από τους χώρους του σπιτιού), επίσης θυμάμαι όταν πήγα στο μαιευτήριο και πρωτοαντίκρισα τον αδερφό μου, ήμουν 2,5 ετών. Επιπλέον, θυμάμαι όλους τους συμμαθητές μου από την Τετάρτη Δημοτικού και μέχρι 3η Λυκείου(πριν την Τετάρτη πήγαινα σε άλλο δημοτικό και αλήθεια είναι ότι απ'το παλιό μου σχολείο θυμάμαι ελάχιστα παιδιά-θυμάμαι όμως τον δάσκαλο που είχα τότε), τέλος πάντων γενικά θυμάμαι πολλά από την παιδική μου ηλικία. Λέτε να είμαι φαινόμενο;;; χαχαχαχα Όμως πρόσφατα μια παλιά μου φίλη μου έδειξε φωτογραφίες μου από ένα πάρτι που είχαμε κάνει στην κατασκήνωση και ενώ ήμουν 18 ετών δεν θυμάμαι τίποτα, ούτε καν. Δεν θυμάμαι να βρέθηκα ποτέ εκεί, είμαι όμως στις φωτογραφίες! Κουφό; Πιστεύω ότι γενικά μας μένουν πράγματα που ίσως κάτι σήμαιναν για εμάς ή κάποιες εικόνες σαν όνειρο και με την βοήθεια των γονιών-συγγενών συμπληρώνουμε τις εικόνες. Πραγματικά πολύ ενδιαφέρον άρθρο!
Πολύ ενδιαφέρον! Μου ήρθε τώρα το εξής σχετικό συμβάν: όταν ήμουν Β' Λυκείου γνώρισα ένα κορίτσι με το οποίο γίναμε κολλητές. Μετά από κάποιον καιρό βρήκα σε ένα πατάρι ένα τετράδιό μου από την πρώτη ή δευτέρα δημοτικού όπου μας είχε βάλει η κυρία να γράψουμε μια μικρή παράγραφο για το ποιοι είναι οι καλύτεροί μας φίλοι.Ε λοιπόν φανταστείτε έκπληξη όταν ανακάλυψα ότι ανάμεσα στα ονόματα των συμμαθητριών και φίλων που τότε έκανα παρέα ήταν και όνομα του κοριτσιού που γίναμε κολλητές στο Λύκειο!Δηλαδή με την κοπέλα είμασταν συμμαθήτριες και φίλες δύο ολόκληρα χρόνια στο δημοτικό κι επειδή μετά η μία από τις δύο άλλαξε σχολείο και χαθήκαμε διαγράψαμε τελείως η μία την άλλη από τη μνήμη της!Μα είναι δυνατόν αυτό το πράγμα;;
Απίστευτο!