γράφει ο Χρήστος Ελευθερίου
Η Βασιλική, η ανιψιά μου, γεννήθηκε στο σπίτι μας. Τουλάχιστον εκεί ήρθε από το μαιευτήριο, προτού αρχίσει τα ταξίδια! Πριν συμπληρώσει δυο μήνες ζωής, μετακόμισε. Μετανάστευσε, για να κυριολεκτούμε. Πήγε με τη μαμά της στη Σμύρνη. Όχι τη Νέα Σμύρνη. Στην άλλη, την ιστορική, με τις μνήμες και τα «γιατί» της. Εκεί εργαζόταν τότε ο μπαμπάς της. Τώρα, στα τέσσερά της χρόνια, η Βασιλική είναι… πολυταξιδεμένη για παιδί της ηλικίας της. Αθήνα – Σμύρνη – Θεσσαλονίκη και πάλι Αθήνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα παιδιά – σφουγγάρια της προσχολικής ηλικίας. Κυρίως σε ακούσματα. Δεν ξέρω αν όλα τα παιδάκια αντιδρούν έτσι στη μουσική, ωστόσο η Βασιλική έχει χαραχτεί στο μυαλό μου σαν το «κοριτσάκι με τα τραγούδια». Πριν καλά καλά μιλήσει, ήξερε να τραγουδάει όλα τα κουπλέ και το ρεφρέν από τα «Καβουράκια» του Τσιτσάνη, που της είχε μάθει η θεια της. Και μάλιστα με πρόζα, καθώς όποτε έκλαιγαν τα -παρατημένα από την άτακτη μαμά τους- καβουράκια, η Βασιλική σφούγγιζε τα μάτια από τα -υποτιθέμενα- δάκρυα!
Θυμάμαι πως όταν ήταν ακόμα πιο μικρή, 8-9 μηνών, την είχα επισκεφθεί στη Σμύρνη. Αν και αποφεύγω να μπαίνω σε αεροπλάνα, πήγα δυο φορές, άρα ταξίδεψα αεροπορικώς τέσσερις (!) και τα μαλλιά μου άσπρισαν οκτώ. Πήγα όμως. Την πρώτη από αυτές, λοιπόν, πριν το Βασιλικάκι κλείσει χρόνο, είχα ανακαλύψει μια ασφαλή μέθοδο για να τη χαλαρώνω και να κάθεται περισσότερο στην αγκαλιά μου, παρότι στο τρίλεπτο συνήθως αναζητούσε γκρινιάζοντας τη μαμά της. Της τραγουδούσα ψιθυριστά στο αυτάκι το «Τραγούδι της ξενιτιάς», στο ρυθμό του Μίκη με τα λόγια του Ερρίκου Θαλασσινού: «Φεγγάρι μάγια μου ΄κανες…». Μια φορά έπιασα τον εαυτό μου να τραγουδά παράλληλα με τη φωνή του μουεζίνη, που καλούσε -μέσα από το καθαγιασμένο cd player του μιναρέ- τους πιστούς μουσουλμάνους να προσευχηθούν. Ο καθένας το χαβά του, η Βασιλική ήσυχη στην αγκαλιά μου.
Μέχρι που ήρθε η μετάθεση του μπαμπά της στη Θεσσαλονίκη. Μεγάλωνε το Βασιλικάκι και το σφουγγάρι μέσα της, μετά τον Τσιτσάνη και τον Μίκη, άρχισε να απορροφά ό,τι άκουγε στις νέες της «παρέες». Οι οποίες παρέες (πέρα από τις περιπτώσεις που «έμπλεκε» με τη θεία και τον θείο στα ταξίδια μας -πάντα με τρένο- στη Θεσσαλονίκη ή στα δικά της στην Αθήνα) ήταν τα υπέροχα, εξαιρετικά γειτονόπουλα. Τα οποία περνούσαν την εφηβεία… Εφηβεία, άρα τα πρώτα σκιρτήματα, τους πρώτους έρωτες, τις πρώτες ανάγκες για ματζόρε και τους πρώτους αναστεναγμούς. Και μαζί μ’ αυτά, τα πρώτα… καψουροτράγουδα.
Ήρθε κάποια στιγμή το Βασιλικάκι στην Αθήνα και τρόμαξα να το (ανα)γνωρίσω. Όχι οπτικά. Βάλτε με την ξεχωρίσω ανάμεσα σε χιλιάδες παιδιά με την ίδια φορεσιά και θα το κάνω. Απλώς, δεν μπορούσα να καταλάβω τι είχε πάθει το παιδάκι μου. Κυλιόταν στο πάτωμα -προφανώς «ξεσηκώνοντας» κάποιο βιντεοκλίπ- και έλεγε τραγούδια που δεν είχα ξανακούσει. Και που όταν τα άκουσα, επίσης δεν ήθελα να τα ξανακούσω! Σοκαρίστηκα…
Μετά σκέφτηκα πως… καλό θα της κάνει και λίγη υποκουλτούρα. Αν δεν ακούσει τα χειρότερα, πώς θα εκτιμήσει τα καλύτερα; Πώς θα διακρίνει τα διαμάντια των μεγάλων δημιουργών από τους άνθρακες με τα αστραφτερά περιτυλίγματα; Από την άλλη, όμως, αν εθιστεί στους άνθρακες; Μέχρι να βγάλω άκρη στο συλλογισμό μου, η νέα μετάθεση του μπαμπά της την έφερε… στο από κάτω διαμέρισμα. Πλέον, ξέρω τι ακούει και τι όχι. Όχι πως την ελέγχω ή πως θέλω να της επιβάλλω τις μουσικές μου προτιμήσεις. Ωστόσο, είμαι πιο ήσυχος όταν τη βλέπω να σκαλίζει το λάπτοπ της γυναίκας μου βάζοντας από μόνη της τα… συνηθισμένα τραγούδια της παιδικής ηλικίας, που μεγάλωσαν γενιές και γενιές. Άλλωστε, μέχρι να έρθει η ώρα της… λαμαρίνας, έχει μπροστά της αρκετά χρόνια αθωότητας.
Εκείνο που με χαροποιεί πιο πολύ, είναι πως όταν έρχεται μαζί μου για να πάμε βόλτα με το αυτοκίνητό μου, μόλις τη «δέσω» καλά στο πορτοκαλί καθισματάκι της, κάνει μια συγκεκριμένη… παραγγελιά. «Βάλε τον βασιλιά με το κερατάκι», μου λέει και δεν της χαλάω το χατίρι, έστω κι αν κάποιες φορές, όταν η διαδρομή είναι μεγάλη, υποχρεώνομαι («πάλιιιι») να ακούσω 10 και 15 φορές τον αγαπημένο Νίκο Παπάζογλου να απαγγέλει το -γεμάτο νοήματα- παραμύθι «Κάποτε ριζώνουν και τα λόγια».
Και πάντα ριζώνουν τα τραγούδια, θα προσθέσω. Ειδικά σε ψυχές αγνές, που πρώτα πρέπει να νιώσουν την αγάπη (μας) και μετά να μάθουν την καψούρα (τους)…
[divider]
Ο Χρήστος Ελευθερίου είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Πολύ σωστό αυτό με την αγάπη και την καψούρα! Πάντως κι εγώ που ξεκίνησα ακούγοντας στα 2 μου Νίκο Ξυλούρη κάπου εκεί στην εφηβεία έπαθα έναν ντουβρουτζά με την Άννα Βίσση για λίγα χρόνια αλλά γρήγορα γύρισα πάλι σε πιο καλλιτεχνικά ακούσματα! Ωστόσο θα μου κακοφανεί αν στο σπίτι μας μια μέρα ακούγονται σκυλάδικα από την κόρη μου που τώρα στα 4 της ακούει φανατκά Μίκη και Γρηγόρη!