Πρόκειται για μία εντελώς νέα έννοια στη χώρα μας η οποία πολύ σπάνια χρησιμοποιείται. Στο παρόν κείμενο χρησιμοποιούμε τον όρο τραύμα του τοκετού παρότι σε κάποια άλλα κείμενα αναφέρεται ως τραύμα της γέννας καθώς το τελευταίο παραπέμπει – τουλάχιστον σε ψυχοθεραπευτικό επίπεδο – στο τραύμα της γέννησης (Rank, 1929), δηλαδή σε ψυχικό τραυματισμό που προκύπτει κατά τη γέννησή μας.
Μιλώντας για τραύμα τοκετού αναφερόμαστε στη Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες η οποία μπορεί να εμφανιστεί σε μία γυναίκα ως απόρροια της γέννας ενός παιδιού. Συμπεριλαμβάνονται γυναίκες που δεν πληρούν όλα τα κριτήρια για την κλινική διάγνωση της Διαταραχής ωστόσο παρουσιάζουν κάποια από αυτά.
Με τον όρο Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες περιγράφουμε τη φυσιολογική αντίδραση σε μία τραυματική, τρομακτική, επώδυνη ή δυσάρεστη εμπειρία. Πρόκειται για διαταραχή που μπορεί να προκύψει ως αποτέλεσμα της εμπειρίας μας ή της μαρτυρίας μας ενός απειλητικού για τη ζωή συμβάντος. Ως τέτοια αναγνωρίζονται εχθροπραξίες σε καιρό πολέμου, φυσικές καταστροφές, τρομοκρατικά επεισόδια, σοβαρά ατυχήματα, βίαιες επιθέσεις ενάντια στο άτομο (όπως βιασμός, ληστεία, διάρρηξη), απειλητικές για τη ζωή ασθένειες. Ωστόσο, ως τραυματική εμπειρία μπορεί να χαρακτηριστεί οποιοδήποτε βίωμα ανακινεί την απειλή του θανάτου ή της σωματικής ακεραιότητας ενός ατόμου ή ενός οικείου του ατόμου. Συνεπώς, είναι λογικό η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες να συνιστά μία πιθανή συνέπεια ενός τραυματικού τοκετού.
Μία εμπειρία που πυροδοτεί την απειλή του θανάτου ή της σωματικής ακεραιότητας ενός ατόμου ή ενός οικείου του ατόμου (π.χ. στην προκειμένη περίπτωση η επίτοκος ή το μωρό της).
Μία απάντηση έντονου φόβου, αβοηθητότητας ή τρόμου σε αυτή την εμπειρία.
Η επίμονη αναβίωση του συμβάντος με επαναλαμβανόμενες παραβιαστικές αναμνήσεων, ανακλήσεις του συμβάντος, με εφιαλτικά όνειρα. Το άτομο συνήθως νιώθει αγχωμένο, ανήσυχο ή πανικόβλητο όταν εκτίθεται σε ερεθίσματα και καταστάσεις που του θυμίζουν το συμβάν.
Αποφυγή οποιουδήποτε ερεθίσματος θυμίζει το συμβάν. Αυτό μπορεί να συμπεριλαμβάνει και τη λεκτική αναφορά σε αυτό, αν και κάποιες γυναίκες αντίθετα μπορεί να διέρχονται κατά καιρούς μία φάση κατά την οποία αναφέρονται πολύ στο τραυματικό βίωμα με τρόπο βασανιστικό (για τις ίδιες).
Οι δυσάρεστες αναμνήσεις και η ανάγκη να αποφευχθεί οτιδήποτε θυμίζει το τραυματικό βίωμα συχνά μπορεί να έχουν ως συνέπεια δυσκολίες στον ύπνο ή τη συγκέντρωση. Επιπλέον, οι γυναίκες που υποφέρουν μπορεί να αισθάνονται θυμό και διαρκή ευερεθιστότητα, υπερδιέγερση, νευρικότητα και εγρήγορση.
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι η ΔΜΣ είναι μία φυσιολογική απάντηση σε μία τραυματική εμπειρία. Η αναβίωση του συμβάντος με αναδρομές στο παρελθόν συνοδεύεται με πραγματική αγωνία και φόβο και είναι πέρα από τον έλεγχο της πάσχουσας. Είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας του νου να βάλει σε μία σειρά τα γεγονότα και να βγάλει ένα νόημα σε σχέση με μία ιδιαιτέρως τρομακτική, επώδυνη ή δυσάρεστη εμπειρία και καθόλου δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένα σημάδι ευαλωτότητας του ατόμου ή αδυναμίας του να ανταποκριθεί και να διαχειριστεί την κατάσταση.
Κάποιες γυναίκες κατά την περιγεννητική περίοδο – και με αυτή αναφερόμαστε είτε στην περίοδο της εγκυμοσύνης ακριβώς πριν τη στιγμή του τοκετού είτε κατά τη διάρκειά του είτε ακριβώς κατόπιν αυτού – μπορεί να βιώσουν συμβάντα τα οποία θα προκαλούσαν τον ψυχικό τραυματισμό οποιουδήποτε. Σε κάποιες άλλες περιπτώσεις, δεν είναι τα ίδια τα συμβάντα πραγματικά δραματικά ή τρομερά ώστε να πυροδοτήσουν το περιγεννητικό τραύμα αλλά άλλοι παράγοντες όπως απώλεια του ελέγχου, της αξιοπρέπειας, η εχθρική ή αρνητική συμπεριφορά του περιβάλλοντος, το αίσθημα ότι δεν ακούγονται ή η απουσία πληροφορημένης συναίνεσης σε ιατρικές πράξεις.
Παρότι η έρευνα μέχρι σήμερα είναι ελλιπής στο πεδίο αυτό, έχουν καταγραφεί παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη ΜΤΣΔ μετά τον τοκετό οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν ένα συνδυασμό υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται:
Μακράς διάρκειας τοκετός ή πολύ σύντομος αλλά εξαιρετικά επώδυνος τοκετός.
Τοκετός με πρόκληση.
Χαμηλή αναλγησία.
Αίσθηση απώλειας του ελέγχου.
Υψηλά επίπεδα ιατρικής παρέμβασης.
Τραυματικοί ή επείγοντες τοκετοί (π.χ. επείγουσα καισαρική τομή).
Απρόσωπη μεταχείριση ή δυσκολίες σε σχέση με τη στάση του προσωπικού.
Αδιαφορία για τη βούληση της επιτόκου.
Έλλειψη πληροφόρησης ή εξήγησης.
Απουσία ιδιωτικότητας και αξιοπρέπειας.
Φόβος για την ασφάλεια του εμβρύου.
Θνησιγένεια.
Η γέννηση παιδιού με βλάβη σε κάποιο σύστημα (δυσλειτουργία που προκύπτει από τον τοκετό).
Η παραμονή του νεογνού σε μονάδα εντατικής νοσηλείας.
Ελλιπής φροντίδα μετά τον τοκετό.
Τραυματικό ιστορικό (π.χ. στην παιδική ηλικία, σε προηγούμενο τοκετό, ενδοοικογενειακή βία).
Επιπροσθέτως, πολλές γυναίκες οι οποίες δεν πάσχουν από μετατραυματική διαταραχή εκδηλώνουν κάποια από τα συμπτώματα της διαταραχής ως συνέπεια δυσάρεστων εμπειριών κατά τον τοκετό, γεγονός που τους προκαλεί πραγματική και εμμένουσα δυσφορία.
Τέλος, τραυματισμός μπορεί να προκύψει και σε άνδρες οι οποίοι έχουν υπάρξει μάρτυρες του τραυματικού τοκετού της συντρόφου τους. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι αισθάνονται ενοχή που δεν βοήθησαν στη λύτρωση ή ανακούφιση της συντρόφου τους ή να έχουν τραυματιστεί ψυχικά και μόνο από όσα είδαν και βίωσαν κατά τη διάρκεια του τοκετού και να βιώνουν ακόμη και αισθήματα αποσύνδεσης από το παιδί τους.
Το άτομο που υποφέρει από τραύμα του τοκετού βιώνει συναισθήματα αβοηθητότητας, αδυναμίας, θλίψης, θυμού, ενοχής. Μπορεί να έχει δυσκολία στην έλευση και διατήρηση του ύπνου, ευερεθιστότητα και εκδηλώσεις άγχους, τεταμένες σχέσεις με το περιβάλλον του. Σε επίπεδο σχέσεων με το σύντροφο παρατηρείται συχνά αποφυγή σεξουαλικών επαφών ή και απώλεια ενδιαφέροντος, φόβος ή και αποφυγή επιπλέον κύησης. Σημαντικές μπορεί να είναι οι συνέπειες και στο δεσμό με το βρέφος καθώς εκτός από την πρακτική επαφή που μπορεί να δυσχεραίνεται λόγω της σωματικής κατάστασης της μητέρας μπορεί να εμφανίζονται και αισθήματα αποσύνδεσης από το παιδί.
Να επισημάνουμε ότι η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες κατόπιν Τραυματικού Τοκετού διαφέρει ως κλινική οντότητα από την Επιλόχειο Κατάθλιψη, παρότι οι δύο καταστάσεις μπορούν σαφώς να συνυπάρξουν, και για αυτό το λόγο είναι σημαντική η διαφοροδιάγνωσή της.
Είναι καταλυτικής σημασίας η γυναίκα να καταφέρει να ομιλήσει, να εκφραστεί και να ακουστεί σε σχέση με το βίωμά της. Οι συνήθεις τακτικές που επικαλύπτουν την όλη εμπειρία ορίζοντας ως σταθμό και τέλος της εξέλιξης την καλή υγεία του νεογνού καθόλου δεν ανακουφίζουν την πάσχουσα (ή τον πάσχοντα). Αντιθέτως, επιτείνουν το αίσθημα της μοναξιάς, της συναισθηματικής απόστασης, τα συναισθήματα θυμού, αλλά και τις απαντήσεις ευερεθιστότητας που μπορεί να έχει το άτομο.
Ιδιαιτέρως υποστηρικτική είναι η παρουσία των σημαντικών οικείων αφού προσφέρουν αίσθημα ασφάλειας και σταθερότητας. Συχνά, η ενημέρωση και η πληροφόρηση ότι αυτή η κατάσταση υπάρχει πράγματι, έχει όνομα – είναι αναγνωρισμένη δηλαδή – και η επαφή με άλλα άτομα που έχουν βιώσει κάτι αντίστοιχο είναι ανακουφιστική. Στην περίπτωση που τα συμπτώματα δυσφορίας και δυσλειτουργίας επιμένουν είναι σημαντική η συνεργασία με τον ειδικό ψυχικής υγείας που κατέχει την κατάλληλη εκπαίδευση προκειμένου να γίνει επεξεργασία και αποκατάσταση του τραύματος.
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο