Κάτι που στενοχωρεί και προβληματίζει αρκετούς μπαμπάδες είναι ότι τα παιδιά έχουν μόνιμα στο στόμα τη λέξη «μαμά». Για καθετί που χρειάζονται, το πρώτο άτομο στο οποίο απευθύνονται είναι η μαμά τους: «Mαμά, κοίτα… Μαμά, έλα να σου δείξω κάτι…». Όταν έχουν μια ερώτηση, διακόπτουν τους γονείς τους, που ίσως συζητούν, και αυθόρμητα λένε: «Άκου, μαμά». Kαι όταν τη νύχτα ξυπνάνε από ένα κακό όνειρο τρομαγμένα, φωνάζουν πάλι τη μαμά να τα καθησυχάσει.
Πολλοί μπαμπάδες μού λένε ότι, από τη στιγμή της γέννησης του παιδιού τους είχαν ενεργή συμμετοχή στη φροντίδα του, εντούτοις δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί, ακόμα και για το πιο απλό πράγμα, το πρώτο άτομο που θα φωνάξει το παιδί είναι η μητέρα του. Aναρωτιούνται μήπως δεν κάνουν κάτι καλά.
Στα παιδιά εντυπώνονται τα πρώτα γλυκά, τρυφερά, ανακουφιστικά λόγια που τους λέει η μητέρα τους. Όμως, και στις εκδηλώσεις χαράς, το παιδί λέει πιο εύκολα: «Mαμά, κοίτα». Επίσης όταν χτυπήσει ή αισθανθεί άβολα ή είναι άρρωστο θα καλέσει τη μαμά του.
Τα παιδιά, όμως, έχουν στραμμένα τα μάτια και στους δύο γονείς τους και η παρουσία τους είναι εξίσου σημαντική στη ζωή τους. Πράγματι, το παιδί αναπτύσσει μια προνομιακή σχέση με τη μητέρα, λόγω της περιόδου της κύησης και του θηλασμού, με επακόλουθο να δημιουργείται ένας στενός συναισθηματικός δεσμός μεταξύ τους, ωστόσο από νωρίς ανακαλύπτει και τη σχέση με τον πατέρα του.
Η επαφή μαζί του είναι ελκυστική και του προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον – εξάλλου αν είναι αγόρι ταυτίζεται μαζί του.
Κατά πόσο το παιδί μπορεί να απευθυνθεί στον μπαμπά, προκειμένου να εκφράσει κάτι θετικό ή αρνητικό που του συμβαίνει, θα εξαρτηθεί κυρίως από τη στάση του πατέρα. Αν, δηλαδή, ασχολείται με το παιδί του, το χρόνο που τού αφιερώνει και πόσο είναι παρών στην ανατροφή του.
Για πολλούς μπαμπάδες, οι κατασκευές, οι ζωγραφιές των παιδιών ή το σπιτάκι που αυτά έχουν φτιάξει είναι όμορφα μεν, τους λένε «μπράβο», όμως γρήγορα το προσπερνούν.
Έχουν την τάση δε, όταν το παιδί τους έρχεται να τους δείξει κάτι, αντί πρώτα να το επαινέσουν, του κάνουν κάποια παρατήρηση ή υπόδειξη, όπως «δεν έχεις πλύνει τα χέρια σου» ή «μάζεψε όσα παιχνίδια έχεις σκορπίσει σε όλο το σπίτι…»
Έτσι, ύστερα από παρόμοιες αντιδράσεις, το παιδί αισθάνεται ότι δεν εισέπραξε το ενδιαφέρον του πατέρα του, όπως εκείνο θα το ήθελε, και σκέφτεται: «Δεν θέλω να δείξω τις ζωγραφιές μου στον μπαμπά» ή «ας τις δείξω πρώτα στη μαμά».
Aναρωτηθείτε…
• Ποια είναι η συμπεριφορά σας απέναντι στο παιδί;
• Είναι κυρίως ενισχυτική, ενθαρρυντική ή, αντίθετα, κριτική, αυταρχική και αρνητική;
• Συζητάτε μαζί του, το βοηθάτε να εκφράζει τα συναισθήματά του, το ακούτε προσεκτικά;
• Περνάτε χρόνο μαζί του, έχετε δραστηριότητες από κοινού, συμμετέχετε στην καθημερινότητά του;
Aν διαπιστώσετε ότι η στάση σας χαρακτηρίζεται περισσότερο από την επισήμανση των αρνητικών στοιχείων της συμπεριφοράς του παιδιού σας, τότε ίσως έφτασε η στιγμή ν’ αναθεωρήσετε τον τρόπο που επικοινωνείτε μαζί του. H προθυμία που θα δείξετε προς το παιδί σας, η διαθεσιμότητα, καθώς και η δεκτικότητά σας θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της σχέσης σας μαζί του.
Από το βιβλίο μου Μεγαλώστε Ευτυχισμένα Παιδιά!
πηγή akappatou.gr
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο