Ο ύπνος σε διαφορετικές ώρες κάθε βράδυ κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας φαίνεται πως περιορίζει τη δύναμη του παιδικού εγκεφάλου, αποδεικνύει μία μεγάλη, μακρόχρονη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο διαδίκτυο στο Journal of Epidemiology and Community Health.
Δεδομένου του πόσο σημαντική είναι η πρώιμη ανάπτυξη του παιδιού στη μετέπειτα υγεία, μπορεί να υπάρξουν αλυσιδωτές επιπτώσεις σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ισχυρίζονται οι ερευνητές.
Οι συγγραφείς εξέτασαν αν οι ώρες ύπνου στην πρώιμη παιδική ηλικία σχετίζονταν με τη δύναμη του εγκεφάλου σε περισσότερα από 11000 επτάχρονα παιδιά, τα οποία πήραν μέρος στη βρετανική έρευνα Millennium Cohort Study (MCS).
Η MCS είναι μια αντιπροσωπευτική μακρόχρονη έρευνα σε εθνικό επίπεδο σε παιδιά του Ηνωμένου Βασιλείου που γεννήθηκαν από το Σεπτέμβρη του 2000 ως τον Ιανουάριο του 2002, και η έρευνα αποτελούνταν από συχνά ερωτηματολόγια και επισκέψεις στο σπίτι όταν τα παιδιά ήταν 3, 5 και 7 ετών, ώστε να μάθουν περισσότερα για τις συνήθειες της οικογένειας, συμπεριλαμβανομένων και των ωραρίων του ύπνου.
Οι ερευνητές θέλησαν να μάθουν αν η ώρα που το παιδί πηγαίνει για ύπνο και η συνέπεια των ωραρίων ύπνου, είχαν οποιαδήποτε επίπτωση στις γνωστικές επιδόσεις, αξιολογώντας τα αποτελέσματά τους με τεστ ανάγνωσης, μαθηματικών και αντίληψης του χώρου.
Ήθελαν επίσης να μάθουν αν οι επιπτώσεις ήταν αθροιστικές και/ή αν υπήρχαν συγκεκριμένες περίοδοι κατά τη διάρκεια της πρώιμης παιδικής ηλικίας οι οποίες να ήταν πιο κρίσιμες από άλλες.
Οι ακανόνιστες ώρες ύπνου ήταν πιο συχνές στην ηλικία των 3, όπου περίπου ένα στα πέντε παιδιά πήγαιναν για ύπνο σε διαφορετικές ώρες. Ως την ηλικία των 7, περισσότερα από τα μισά παιδιά πήγαιναν για ύπνο με συνέπεια μεταξύ 7:30 και 8:30 μμ.
Τα παιδιά που είχαν ακανόνιστες ώρες ύπνου ή που πήγαιναν για ύπνο μετά τις 9μμ προέρχονταν από κοινωνικά μειονεκτικότερες οικογένειες, έδειξαν τα ευρήματα.
Οι επιπτώσεις των ακανόνιστων ωραρίων ύπνου φάνηκαν να είναι αθροιστικές.
Τα κορίτσια που δεν είχαν ποτέ τους συνεπείς ώρες ύπνου στις ηλικίες των 3, 5 και 7 ετών είχαν σημαντικά χαμηλότερα σκορ ανάγνωσης, μαθηματικών και αντίληψης του χώρου από τα κορίτσια που είχαν συνεπή ωράρια.
Οι επιπτώσεις ήταν οι ίδιες στα αγόρια, αλλά για δύο από τις τρεις ηλικίες.
Οι συγγραφείς επισημαίνουν πως τα ακανόνιστα ωράρια μπορούν να διαταράξουν τους φυσικούς ρυθμούς του σώματος και να προκαλέσουν στέρηση ύπνου, υπονομεύοντας έτσι την πλαστικότητα του εγκεφάλου και την ικανότητά του να αποκτήσει και να διατηρήσει πληροφορίες.
«Ο ύπνος είναι το τίμημα που πληρώνουμε την προηγούμενη μέρα για να έχουμε πλαστικότητα και η επένδυση που απαιτείται για να μάθουμε καινούρια πράγματα την επόμενη», αναφέρουν.
Προσθέτουν επίσης: «Η πρώιμη ανάπτυξη των παιδιών έχει σημαντικές επιδράσεις στην υγεία και την ευημερία τους σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Ως εκ τούτου, ο ελλιπής ή διακοπτόμενος ύπνος, ιδιαίτερα όταν συμβαίνει σε κρίσιμες για την ανάπτυξη στιγμές, μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία καθ’ όλη τη ζωή».
πηγή: sciencedaily.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο