Η κακοποίηση στην παιδική ηλικία μπορεί να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμες αλλαγές στα εγκεφαλικά κυκλώματα που επεξεργάζονται τον φόβο, λένε οι ερευνητές. Αυτό ίσως να εξηγεί γιατί τα παιδιά που υπόκεινται κακοποίηση είναι πολύ πιο πιθανό να εμφανίσουν αργότερα προβλήματα όπως άγχος και κατάθλιψη.
Τα εγκεφαλογραφήματα που έγιναν σε εφήβους αποκάλυψαν πως οι συνδέσεις μεταξύ προμετωπιαίου φλοιοί και ιππόκαμπου ήταν πιο ασθενείς τόσο στα αγόρια όσο και στα κορίτσια που υπέστησαν κακοποίηση ως παιδιά, αναφέρει μια ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν στο Proceedings of the National Academy of Sciences. Τα κορίτσια που είχαν κακοποιηθεί είχαν επίσης σχετικά ασθενείς συνδέσεις μεταξύ προμετωπιαίου φλοιού και αμυγδαλής.
Οι ασθενέστερες αυτές συνδέσεις «στην ουσία μεσολαβούν ή οδηγούν στην εμφάνιση άγχους και συμπτωμάτων κατάθλιψης στην μετέπειτα εφηβεία», λέει ο Ryan Herringa, ψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν, ένας από τους ερευνητές.
Η κακοποίηση μπορεί να είναι σωματική ή συναισθηματική, και κυμαίνεται από ήπια έως σοβαρή. Οι ερευνητές λοιπόν ζήτησαν από μία ομάδα 64 συνηθισμένων 18χρονων να απαντήσουν σε ένα ερωτηματολόγιο σχεδιασμένο για να αξιολογεί τα παιδικά τραύματα. Οι έφηβοι αποτελούν κομμάτι μίας μεγαλύτερης έρευνας που παρακολουθεί την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών σε περισσότερες από 500 οικογένειες από το 1994.
Ζητήθηκε έπειτα από τους συμμετέχοντες να απαντήσουν κατά πόσο συμφωνούν ή διαγωνούν σε δηλώσεις όπως “Όταν μεγάλωνα δεν είχαμε αρκετό φαγητό” ή “Οι γονείς μου ήταν πολύ μεθυσμένοι ή εθισμένοι στα ναρκωτικά για να φροντίσουν την οικογένεια”, ή “Κάποιος από την οικογένεια με χτύπησε τόσο δυνατά που με μελάνιασε ή μου άφησε σημάδια”.
Υπήρχαν ακόμη δηλώσεις που σχετίζονταν με την συναισθηματική και σεξουαλική κακοποίηση. Οι απαντήσεις έδειχναν πως ορισμένοι είχαν κακοποιηθεί ως παιδιά και κάποιοι άλλοι όχι.
Όλοι οι συμμετέχοντες πέρασαν από έναν ειδικό μαγνητικό τομογράφο που αξιολογούσε το πόσο ισχυρές ήταν οι συνδέσεις μεταξύ τριών περιοχών του εγκεφάλου που σχετίζονταν με την επεξεργασία του φόβου.
Μία από τις περιοχές είναι ο προμετωπιαίος φλοιός, ο οποίος οργανώνει τις σκέψεις και τις πράξεις μας, αναφέρει ο Herringa. Μία άλλη είναι η αμυγδαλή, η οποία αποτελεί το «κέντρο του συναισθήματος και του φόβου στον εγκέφαλο», λέει, και ενεργοποιεί την αντίδραση «μάχης ή φυγής» όποτε συναντούμε κάτι που μας τρομάζει.
Ο Herringa λέει πως τα μηνύματα από την αμυγδαλή και τον προμετωπιαίο φλοιό συχνά εξισορροπούνται με τη συμβολή μίας τρίτης περιοχής, του ιππόκαμπου, που μας βοηθά να αποφασίσουμε αν κάτι είναι πραγματικά επικίνδυνο. «Παραδείγματος χάριν, πείτε πως είστε σπίτι και βλέπετε μία ταινία τρόμου το βράδυ, ο ιππόκαμπος μπορεί να δώσει το μήνυμα στον προμετωπιαίο φλοιό πως είστε σπίτι, πως είναι απλά μία ταινία, πως δεν υπάρχει λόγος να παλέψετε, να τραπείτε σε φυγή ή να τρομοκρατηθείτε», λέει ο Herringa.
Αυτό τουλάχιστον συμβαίνει όταν υπάρχει μία ισχυρή σύνδεση μεταξύ ιππόκαμπου και προμετωπιαίου φλοιού και όταν τα κυκλώματα που ελέγχουν τον φόβο λειτουργούν σωστά.
Ο Herringa λέει πως τα εγκεφαλογραφήματα έδειξαν επίσης πως μεταξύ των εφήβων που είχαν κακοποιηθεί ως παιδιά, η σύνδεση με τον ιππόκαμπο είναι σχετικά ασθενής. Αναφέρει πως στα κορίτσια που είχαν κακοποιηθεί, ήταν επίσης ασθενής και η σύνδεση με την αμυγδαλή.
Αυτό υποδεικνύει πως τα κυκλώματα που ελέγχουν τον φόβο δεν λειτουργούσαν όπως θα έπρεπε, λέει ο Herringa. Τα αποτελέσματα φαίνεται να εξηγούν κάτι που έχει παρατηρήσει σε νεαρούς ασθενείς που ταλαιπωρούνται από άγχος και κατάθλιψη και έχουν ιστορικό κακοποιήσης. «Τα παιδιά αυτά φαίνεται πως φοβούνται όπου και αν βρίσκονται», λέει. «Είναι σαν να έχουν χάσει την δυνατότητα να θέσουν ένα ρεαλιστικό όριο σχετικά με το πότε θα τρομάζουν και πότε όχι».
Τα ευρήματα πως τα κορίτσια έχουν ασθενέστερη σύνδεση μεταξύ δύο περιοχών του εγκεφάλου, και όχι μόνο μίας, θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί φαίνεται να είναι πιο ευαίσθητα στην κακοποίηση από ό,τι τα αγόρια, εξηγεί ο Herringa.
Τα αποτελέσματα της νέας έρευνας είναι σημαντικά επειδή υποδηλώνουν πως υπάρχουν καλύτεροι τρόποι να διαγνωστούν και να αντιμετωπιστούν τα ψυχολογικά προβλήματα που σχετίζονται με την κακοποίηση, λέει ο Greg Siegle, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ.
«Η κακοποίηση είναι μία διαταραχή όπου συχνά οι πάσχοντες δεν αντιλαμβάνονται την έκταση των συμπτωμάτων», λέει ο Siegle. Γι’ αυτό το να υπάρχει ένας αντικειμενικός τρόπος εξέτασης θα έδινε ένα «σημαντικό πλεονέκτημα», λέει.
Η έρευνα επίσης έδειξε πως οι επιστήμονες που ασχολούνται με τον εγκέφαλο κάνουν πρόοδο στην προσπάθειά τους να υπάρχουν αντικειμενικές εξετάσεις για τη φροντίδα των ψυχολογικών νόσων όπως και των σωματικών, όπου η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί και να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα της θεραπείας, λέει ο Siegle.
«Στην ψυχιατρική, όπως και στην ψυχολογία, σπάνια έχουμε τις εξετάσεις αυτές διαθέσιμες μιας και δεν γνωρίζουμε τους βιολογικούς και εγκεφαλικούς μηχανισμούς», λέει. «Η έρευνα αυτή αρχίζει να μας καθοδηγεί προς τους μηχανισμούς τους οποίους θα έπρεπε να εξετάζουμε».
πηγή: npr.org
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο