Μικρές ποσότητες προσλαμβάνονται μέσω της κατανάλωσης συγκεκριμένων τροφών. Ο κύριος ρόλος της είναι η σωστή ανάπτυξη των οστών και η διατήρηση της σκελετικής υγείας.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, πλήθος επιστημονικών μελετών υπογραμμίζουν τον σημαντικότατο ρόλο της βιταμίνης D στη συνολική υγεία του οργανισμού, καθώς έχει φανεί ότι ενισχύει την λειτουργία του ανοσοποιητικού, βοηθά στον έλεγχο του σακχάρου, αλλά και στην πρόληψη άλλων σοβαρών παθήσεων όπως διαφόρων μορφών καρκίνου, σκλήρυνσης κατά πλάκας, ψυχικών παθήσεων, υπέρτασης κλπ.
Ο χρόνος έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία που απαιτείται για τη σύνθεση της απαραίτητης ποσότητας βιταμίνης D εξαρτάται από την ηλικία, το χρώμα του δέρματος και πιθανά προβλήματα υγείας.
Τροφές πλούσιες σε βιταμίνη D είναι τα λιπαρά ψάρια, όπως ο σολομός, το σκουμπρί, ο τόνος, ο μπακαλιάρος, η πέστροφα και οι σαρδέλες, το μουρουνέλαιο, τα αυγά και το βοδινό συκώτι.
Νέα μελέτη επιβεβαιώνει τη σημασία της επάρκειας βιταμίνης D στα μωρά και τα παιδιά, καθώς η έλλειψή της συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο υπέρτασης στην παιδική και εφηβική ηλικία.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν 775 παιδιά στη Βοστόνη από τη γέννησή τους μέχρι την ηλικία των 18 ετών.
Σε σύγκριση με παιδιά που γεννήθηκαν με φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D, όσα γεννήθηκαν με ανεπάρκεια στη συγκεκριμένη βιταμίνη -κάτω από 11 νανογραμμάρια ανά χιλιοστό (ng/ml) σε αίμα ομφάλιου λώρου-, είχαν 60% υψηλότερο κίνδυνο αυξημένης συστολικής αρτηριακής πίεσης.
Τα παιδιά με σταθερά χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D –λιγότερο από 25 ng/ml– στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, είχαν διπλάσιο κίνδυνο αυξημένης αρτηριακής πίεσης μεταξύ 3 και 18 ετών.
Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Hypertension.
Πηγή: onmed.gr healthday.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο