«Πήδηξα πάνω, τόσο μη πραγματική, σαν από έναν άλλο κόσμο, μου φαινόταν τώρα αυτή η εικόνα: ο μακρινός γαλάζιος ουρανός, οι άσπρες σειρές αφρού της θάλασσας και η ωραία λεπτή φιγούρα εμπρός τους, σαν να ήμουν μόνος στον κόσμο και από το νερό ξεπρόβαλε η πρώτη γυναίκα. Για μια στιγμή αισθάνθηκα τη φοβερή, σιωπηλή δύναμη της ομορφιάς κι ένιωσα ότι ήταν ισχυρότερη από κάθε αιματηρό παρελθόν, ότι έπρεπε να είναι ισχυρότερη, γιατί διαφορετικά ο κόσμος θα διαλυόταν, ότι διαφορετικά θα έπρεπε να πνιγεί στη φρικτή του σύγχυση. Και περισσότερο από αυτό, αισθάνθηκα ότι ήμουν εκεί, απλώς ήμουν εκεί, κι ότι και η Πατ ήταν εκεί, ότι ζούσα, ότι είχα ξεφύγει από τη φρίκη, ότι είχα μάτια και χέρια και σκέψεις και το αίμα κυλούσε σε καυτά κύματα μέσα μου κι ότι όλα αυτά ήταν ένα ακατανόητο θαύμα».
Από το μυθιστόρημα «Τρεις Σύντροφοι», του Erich Maria Remarque, σελ. 249.
Μιλάει ο πρωταγωνιστής του βιβλίου. Ένας νέος άνθρωπος το 1928, σε μια μεγάλη γερμανική πόλη βυθισμένη στις ολέθριες συνέπειες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Έχουν περάσει μέσα από την κόλαση και δεν έχουν καμιά ελπίδα για το μέλλον. Ζουν όμως, κι αυτό τους ευχαριστεί».
Επισκέφτηκα ξανά αυτό το βιβλίο αυτές τις ζοφερές μέρες, γιατί θυμόμουν ότι μιλάει και για τον όλεθρο του πολέμου και για τη χαρά της ζωής.
Τι θέση έχει η χαρά της ζωής μέσα στους βομβαρδισμούς, τα καταφύγια, τον θάνατο;
Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, τον κόσμο στην Ουκρανία και όπου αλλού, εκείνη την ώρα που ζουν μέσα στον τρόμο, δεν έχει θέση η χαρά της ζωής, το απολαμβάνειν. Χρειάζονται κουράγιο, δύναμη, αγάπη, θάρρος, γενναιότητα, ψυχραιμία. Να αντέξουν.
Η χαρά της ζωής, οι μικρές στιγμές, το απολαμβάνειν είναι για μας εδώ. Για εμάς, που δεν έχουμε πόλεμο, η επίγνωση ενός πολέμου «στη διπλανή πόρτα» μπορεί να γίνει αφορμή για να εστιάσουμε στη μεγάλη εικόνα. Στο τι έχει αξία τελικά. Στο τι μένει. Στο τι κινδυνεύει.
ΤΑ ΘΕΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΙΣΤΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ. ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΣΥΝΥΠΑΡΧΟΥΝ.
Κινδυνεύουν οι ευτυχισμένες στιγμές, το «αλάτι της ζωής» μας, η απλή, συνηθισμένη μας καθημερινότητα.
Να φεύγει το πρωί για το σχολείο το παιδί σου και να ξέρεις ότι θα επιστρέψει ασφαλές.
Να περπατάς στη γειτονιά σου και να μην φοβάσαι ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να πέσει μια βόμβα στο κεφάλι σου.
Να ξυπνάς το πρωί, να ανοίγεις το παράθυρο και να βλέπεις το φως του ήλιου, να μην είσαι στο σκοτάδι ενός καταφύγιου.
Να ξέρεις ότι ο άντρας σου και πατέρας των παιδιών σου είναι στη δουλειά και το βράδυ θα γυρίσει ζωντανός στο σπίτι.
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο