Σύμφωνα με αποκλειστικότητα του The Independent, ο αριθμός των παιδιών και των εφήβων που αποζητούν βοήθεια για μία διατροφική διαταραχή που αντιμετωπίζουν αυξήθηκε κατά 110% μέσα στα τρία τελευταία χρόνια.
Η ChildLine δέχτηκε περισσότερες από 10500 κλήσεις και αιτήματα στο ίντερνετ από νέους που αντιμετώπιζαν διατροφικές διαταραχές και διαταραχές βάρους τον τελευταίο χρόνο. Η φιλανθρωπική οργάνωση πιστεύει πως αυτή η δραματική αύξηση μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης και της πίεσης που αισθάνονται από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, την κουλτούρα των σελέμπριτι και την άνοδο των ιστοσελίδων ανορεξίας.
Το πρόβλημα κυριαρχεί σε κορίτσια της δεύτερης σχολικής ηλικίας. Τα ραντεβού συμβουλευτικής το 2012-13 σε κορίτσια σχετικά με τις διατροφικές τους διαταραχές ξεπερνούσαν τα ραντεβού σε αγόρια, 32 προς 1.
Πολλά κορίτσια εξέφρασαν την ανησυχία τους σχετικά με την εικόνα που έχουν για το σώμα τους και την εμφάνισή τους. Ανέφεραν επίσης πώς σύγκριναν τον εαυτό τους με τις συνομήλικές τους και με διάσημες γυναίκες. Σε περισσότερα από το 20% των ραντεβού με τα κορίτσια, εκείνες μίλησαν για την εικόνα τους και την αυτοπεποίθησή τους.
Η Sue Minto, επικεφαλής της ChildLine, κάνει λόγο για τις αυξανόμενες κλήσεις σχετικά με σύνθετα προβλήματα, όπως η ανορεξία και η βουλιμία. Η συνεχής παρουσία των social media, η ψηφιακή επεξεργασία των φωτογραφιών και ο βομβαρδισμός από σελέμπριτι δημιουργούν μία άπιαστη εικόνα της «ομορφιάς».
Η περίπτωση της Tallulah Wilson απέδειξε πώς το ίντερνετ μπορεί να επηρεάσει ευαίσθητα νεαρά άτομα. Η 15χρονη Λονδρέζα είχε επισκεφτεί σελίδες υπέρ της ανορεξίας και είχε γράψει στο ημερολόγιό της πως ήταν «χοντρή» και «άσχημη», προτού δώσει τέλος στη ζωή της.
Η μητέρα της, Sarah Wilson, δήλωσε στην ανάκρισή της: «Οι αδελφές της και εγώ κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να είναι ασφαλής, αλλά είχε βυθιστεί σε έναν κόσμο γεμάτο εφιάλτες. Ήταν αιχμάλωτη ενός τοξικού ψηφιακού κόσμου από όπου τις τελευταίες εβδομάδες ήταν αδύνατο να τη σώσουμε».
Μία ιατρική έρευνα που ολοκληρώθηκε πέρσι έδειξε πως υπήρξε μία αύξηση 15% στη διάγνωση διατροφικών διαταραχών τη δεκαετία μετά το 2000. Η Dr Nadia Micali, λέκτορας στο UCL, ήταν επικεφαλής της έρευνας. Δήλωσε πως δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρο αν η αύξηση αυτή οφείλονταν στην αυξανόμενη ενημέρωση που υπάρχει για το θέμα, η οποία οδηγεί σε περισσότερες διαγνώσεις ή σε παράγοντες όπως η κοινωνική πίεση που ασκείται στα άτομα αυτά. Αναγνώρισε όμως το εξής: «Ένα από τα ζητήματα φαίνεται πως έχει να κάνει με την αυξανόμενη πίεση που δέχονται από συνομηλίκους για να παραμείνουν λεπτοί».
Σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους του ίντερνετ, είπε: «Τα social media είναι κάτι πολύ καινούριο και δεν έχουμε καταφέρει ως επιστήμονες να εξετάσουμε πλήρως το αντίκτυπο που έχουν τα social media και το ίντερνετ. Είναι από εκείνα τα πράγματα που αν δεν τα ελέγξεις καταλήγουν να σε βλάψουν, αλλά θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί από ειδικούς στην υγεία για καλό σκοπό».
Οι διατροφικές διαταραχές γίνονται πιο σοβαρές όταν τα παιδιά και τα νεαρά άτομα φτάσουν στη δεύτερη σχολική ηλικία, αναφέρει το ChildLine. Κατά την περίοδο του 2012-2013, το 96% των ραντεβού συμβουλευτικής σχετικά με θέματα διατροφικών διαταραχών ήταν παιδιά ηλικίας 12 με 18 ετών.
Οι πιο συνηθισμένες ηλικίες στις οποίες ζητούν τα άτομα βοήθεια για μία διατροφική διαταραχή είναι τα 14 και τα 15, σύμφωνα με την οργάνωση. Κατά τη διάρκεια του 2012—13, αποτελούσαν το 38% των ραντεβού όπου η ηλικία ήταν γνωστή.
Η πιο συνηθισμένη διατροφική διαταραχή αναφέρεται πως είναι η ανορεξία, η οποία αποτέλεσε το θέμα 3000 από τα ραντεβού συμβουλευτικής. Η έρευνα της ChildLine στο θέμα αναφέρει: «Οι νέοι άνθρωποι που υποφέρουν από ανορεξία συχνά τόνισαν πως θα ένιωθαν πιο χαρούμενοι και πιο αποδεκτοί αν ήταν λεπτότεροι. Σε άλλες περιπτώσεις, τα νεαρά άτομα έτρωγαν λιγότερο επειδή το φαγητό ήταν κάτι το οποίο μπορούσαν να ελέγξουν όταν τα υπόλοιπα πράγματα στη ζωή τους πήγαιναν στραβά».
«Έφαγα πάρα πολύ και αισθάνομαι πολύ ένοχη γι’ αυτό. Αισθάνομαι χοντρή, άσχημη και άχρηστη και θέλω να κάνω εμετό και να αυτοτραυματιστώ. Πάντοτε με συγκρίνω με άλλα κορίτσια- ιδίως μοντέλα. Θα ήθελα να πάω στο γιατρό αλλά φοβάμαι πως οι γονείς μου θα το μάθουν και θα με αναγκάσουν να φάω περισσότερο. Ξέρω πως ήδη ανησυχούν πως δεν τρώω αρκετά. Αισθάνομαι ντροπή στο σχολείο καμιά φορά επειδή οι άνθρωποι θα με κατέκριναν αν ήξεραν τι κάνω».
–
«Αισθάνομαι τόσο χοντρή και άσχημη και πιστεύω πως ποτέ δε θα με αγαπήσει κάποιος – απλά πιάνω χώρο. Θέλω να γίνω μια μπάλα και να κλαίω συνέχεια. Δεν τρώω γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορώ να αισθανθώ ευτυχισμένη με τη ζωή μου και αισθάνομαι πως μπορώ να έχω τον έλεγχο. Βλέπω τα λεπτά κορίτσια στο σχολείο και την τηλεόραση και είναι μικροσκοπικά σε σχέση με μένα. Καμιά φορά τρώω υπερβολικά μέχρι να μην μπορώ άλλο και άλλες φορές απλά δεν τρώω τίποτα για μέρες. Αισθάνομαι κατάθλιψη και έχω αυτοκτονικές τάσεις και δεν μπορώ να πω σε κανέναν άλλον το πώς νιώθω».
–
«Ο πατέρας μου με κακοποίησε όταν ήμουν μικρότερη, γι’ αυτό και μεγάλωσα θέλοντας να τον προστατέψω ενώ στην ουσία αυτός θα έπρεπε να φρόντιζε για μένα. Αισθάνομαι πως χρειάστηκε να μεγαλώσω τόσο γρήγορα και πως δεν έζησα ποτέ σαν παιδί. Έχω καιρό τώρα διατροφική διαταραχή και πιστεύω πως είναι επειδή ήθελα να μπορώ να έχω τον έλεγχο σε κάτι. Ποτέ μου δεν πίστευα πως θα είχα το κουράγιο να μιλήσω σε κάποιον για αυτό».
–
Βασικά ευθύνονται τα media γενικότερα και την εικόνα που μας δίνουν για το ανθρώπινο σώμα...