Τα αναγκάζουμε να συμμετέχουν σ’ έναν βασανιστικό αγώνα επιδόσεων κι αυτό καταστρέφει την υγεία τους.
γράφει η Vicky Abeles για το Slate
Συνειδητοποίησα το πόσο τοξικός είναι όλο αυτό προσπαθώντας να τα βγάλω και η ίδια πέρα.
Διαισθάνθηκα το πρόβλημα προτού το εντοπίσω. Οι κόρες μου, η Shelby και η Jamey βρίσκονταν τότε στο Γυμνάσιο κι ο Zakary πήγαινε στην Γ’ Δημοτικού. Ήταν ακόμη παιδιά, με όλη τη σημασία της λέξης. Έπαιζαν κρυφτό, φρόντιζαν τις κούκλες τους και περίμεναν από εμένα να τους ετοιμάσω το γεύμα τους. Η ζωή τους όμως είχε αποκτήσει ρυθμούς ενήλικου εργαζόμενου, κάτι που έκανε το σπίτι μας να φαντάζει κεντρικό ελέγχου.
Η Jamey για παράδειγμα, 12 ετών, ακόμη φορούσε σιδεράκια και ψώνιζε από τα παιδικά, σηκωνόταν όμως πριν από τις επτά, διάβαζε όσο προλάβαινε πριν από το πρωινό και έτρεχε να ξεκινήσει τη μέρα της στο σχολείο, για το καθιερωμένο επτάωρο. Από εκεί πήγαινε κατευθείαν πότε για μαθήματα βιολιού και πότε για προπόνηση με το ποδόσφαιρο, επέστρεφε σπίτι στις έξι και ξεκινούσε έναν μαραθώνιο για να προλάβει να κάνει τα μαθήματά της, κι έτσι την έπιανε το βράδυ. Την πετύχαινα σκυμμένη επάνω από τα βιβλία της στις 11 τη νύχτα, να μελετά λουσμένη στο κίτρινο φως της λάμπας του γραφείου.
Την επόμενη μέρα πάλι σηκωνόταν και πάλι από την αρχή. Όλη αυτή την παράνοια τη ζούσαμε επί τρία.
Τα πρώτα χρόνια, ο άντρας μου ο Doug και τα παιδιά περνούσαν τα σαββατοκύριακα παρέα, πήγαιναν βόλτα στο πάρκο, επισκέπτονταν μουσεία, έπαιζαν. Περνούσαμε τις ώρες διαβάζοντας βιβλία. Έβλεπα τη Shelby να εξελίσσεται σε έναν εκκολαπτόμενο συγγραφέα, την Jamey να δείχνει μια ξεχωριστή αγάπη στα ζώα και τον Zak να γίνεται ντράμερ και αθλητής με το χάρισμα να γίνεται αγαπητός από όλους. Τις καθημερινές παίρναμε σχεδόν πάντα το βραδινό μας όλοι μαζί, ως οικογένεια.
Σιγά σιγά, όμως, άρχισα να παρατηρώ πως η ζωή μας άρχισε να μην θυμίζει τα παλιά. Τις καθημερινές τα παιδιά εμφανίζονταν για να φάνε το βραδινό τους και έπειτα εξαφανίζονταν με τις ώρες για να τελειώσουν τις εργασίες τους. Κάποια βράδια η τραπεζαρία μας έβριθε από βιβλία και χαρτιά που θα λεγε κανείς πως είχε μπει σε αίθουσα συνεδριάσεων μιας δικηγορικής εταιρείας. Τα σαββατοκύριακα, όταν τα παιδιά δεν είχαν να μελετήσουν κλίμακες στο πιάνο ούτε και να συμμετάσχουν σε αγώνες, τα περνούσαν μελετώντας. Σπάνια έβγαιναν έξω να παίξουν με τα παιδιά της γειτονιάς. Όλοι τους είχαν γίνει σκλάβοι της ίδιας ρουτίνας. Μετά βίας θυμάμαι την τελευταία φορά που τα παιδιά μου έπαιξαν ανέμελα, έγραψαν μια ιστορία ή διάβασαν κάτι εξωσχολικό για τη δική τους ψυχαγωγία, ή που έκαναν οτιδήποτε για τους ίδιους, κάτι που δεν τους το επέβαλε κάποιος άλλος. Ξόδευαν τόσο χρόνο σαν επαγγελματίες που δεν τους έμενε καθόλου χρόνος για να είναι παιδιά. Έτσι κι εγώ κι ο Doug δεν είχαμε καθόλου χρόνο για να είμαστε οι γονείς που θέλαμε να είμαστε. Έπρεπε να είμαστε σοφέρ, διορθωτές των εργασιών τους και επιτηρητές των καθηκόντων τους.
Το χειρότερο ήταν πως άρχισα να βλέπω τις επιπτώσεις που είχαν όλες αυτές οι απαιτήσεις στην υγεία των παιδιών μου. Η Jamey άρχισε να παραπονιέται για πονοκεφάλους, στομαχόπονους και υπνηλία, τα οποία απέδιδε στην πίεση που ένιωθε από το σχολείο. Παρόλο που ήταν μόλις 12 ετών, υπήρχαν φορές που έπεφτε για ύπνο μετά από μένα. Ο Zak, μόλις οκτώ, άρχισε επίσης να έχει πονοκεφάλους, από το άγχος του για όλα τα όσα είχε να κάνει.
Πιστέψτε με, ήθελα τα παιδιά μου να διαπρέπουν. Ήθελα να παίρνουν καλούς βαθμούς, να καλλιεργήσουν τα ενδιαφέροντά τους, να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους ώστε να είναι επιτυχημένα στο σχολείο, στο κολλέγιο και στη μετέπειτα ζωή τους. Οι πάντοτε περίεργες όμως κόρες μου αποτραβήχτηκαν από την οικογενειακή ζωή και μεταμορφώθηκαν σε εργάτριες-μέλισσες, γράφοντας τυποποιημένες εκθέσεις και δίνοντας τις σωστές απαντήσεις, χτίζοντας παράλληλα ένα εντυπωσιακό βιογραφικό από εξωσχολικές δραστηριότητες, ενώ ο γιος μου άρχισε να κλαίει από την αγανάκτησή του με το εκατοστό πρόβλημα μαθηματικών που είχε να λύσει. Έτσι και γω άρχισα να σκέφτομαι μήπως όλη αυτή η πίεση για την επιτυχία έκανε περισσότερο κακό παρά καλό.
Πολλοί γονείς μου είπαν πως το συνειδητοποίησαν με τον ίδιο τρόπο. Θέλεις τα παιδιά σου να αποκτήσουν βαθιά γνώση, κι έτσι τα πιέζεις να διαβάσουν. Θέλεις να τους δώσεις ευκαιρίες να καλλιεργήσουν τα ενδιαφέροντά τους – ίσως να θέλεις να τους δώσεις τις ευκαιρίες που δεν είχες εσύ ως παιδί – και έτσι τους γράφεις σε όσες ομάδες και μαθήματα καλλιτεχνικών σηκώνει το βαλάντιο σου. Πιστεύεις πως αυτό που κάνεις είναι το σωστό. Και ώσπου να το συνειδητοποιήσεις, η ζωή σου εκτροχιάζεται.
Αυτό που δεν καταλαβαίνουμε είναι πως τα προετοιμάζουμε για την είσοδό τους στο πανεπιστήμιο και όχι για την εμπειρία τους εκεί και για τη ζωή μετά. Μας νοιάζουν οι επιδόσεις και όχι η μάθηση. Μας νοιάζει το να μαζεύουνε πτυχία και όχι η εξέλιξή τους. Αυτό δεν είναι ζωή.
Πράγματι, τα παιδιά γίνονται πιο ανθεκτικά όταν αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της αποτυχίας στη ζωή τους, αλλά εμείς έχουμε κάνει έτσι τις ζωές τους που θυμίζουν ένα μονόδρομο προς την αποτυχία. Η «επιτυχία» για μας είναι να μπουν στα καλύτερα πανεπιστήμια, να αποκτήσουν την πιο ακριβοπληρωμένη δουλειά.
Σύμφωνα με τον Laurence Steinberg, επιστήμονα νευρολογίας του Temple University, για να αναπτυχθεί με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο, ο εγκέφαλος χρειάζεται την κατάλληλη δόση πρόκλησης: αρκετή για να δώσει την εντολή στους νευρώνες να αναπτυχθούν, αλλά όχι τόση ώστε να καταπονήσει το σύστημα. Το εκπαιδευτικό σύστημα στις μέρες μας φαίνεται πως αγνοεί αυτή τη χρυσή τομή μιας και συγχέει την ποσότητα με την ποιότητα.
Το αποτέλεσμα; «Τα παιδιά γεννιούνται έχοντας έμφυτη την περιέργεια και είναι εύκολο να την καλλιεργήσουμε», αναφέρει η Abigail Baird, νευροψυχολόγος του Vassar College. «Εμείς κάνουμε το αντίθετο. Απομυζούμε από αυτά κάθε επιθυμία για να μάθουν νέα πράγματα. Κι αυτό πιστεύω είναι το πρόβλημα».
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Αυτό είναι πράγματι το πρόβλημα. Αλλά ποια είναι η λύση του? Προσωπικά έχω διαλέξει μια πιο χαλαρή προσέγγιση. Δεν είναι απαραίτητο το παιδί μου να κάνει επανάληψη το "Λόλα να ένα μήλο", το πρωί που πίνει το γάλα του πριν πάει στο σχολείο στην 1η Δημοτικού. Δεν είναι απαραίτητο να έχει 2 εξωσχολικές δραστηριότητες αν δεν θέλει. Δεν θεώρησα απαραίτητο να αγοράσω από το Νηπιαγωγείο τα βιβλία της 1ης Δημοτικού για να το προετοιμάσω (και άρα να ξέρει τα πάντα from day one, και άρα να δείχνει ότι είναι το σούπερ παιδί... γιατί οι μάνες που το κάνουν αυτό επιδιώκουν.. κακά τα ψέματα)! Δεν θεωρώ σκόπιμο να πιέσω το παιδί μου να κάνει μπαλέτο, μουσική, κολύμβηση, ταε κβο ντο, κουνγκ φου, αγγλικά, κλπ κλπ από το προνήπιο! Το αφήνω να παίζει όσο πιο πολύ μπορεί και να ανακαλύπτει τον κόσμο in real life και όχι μόνο από βιβλία. Αλλά με προβληματίζει ότι ΟΛΑ τα υπόλοιπα παιδάκια είναι σε αυτό το ασφυκτικό πρόγραμμα και ακολουθούν τέτοιους ρυθμούς. Και δεν σας κρύβω ότι με προβληματίζει που το δικό μου θα διαφέρει. Any thoughts?
Προσωπικά, θέλω το παιδί μου να είναι ευτυχισμένο και να ζήσει την παιδική του ηλικία, όχι να γίνει σούπερ για να καλύψει τα δικά μου κόμπλεξ. Γι' αυτό και έχω την ίδια προσέγγιση με τη δική σου. Ειρήσθω εν παρόδω, τα παιδιά που στο προνήπιο και στο νήπιο δεν ξέρουν να μετράνε και να γράφουν, φτάνουν πολύ γρήγορα στο επίπεδο που βρίσκονται κι αυτά που ξέρουν την αλφαβήτα από το μαιευτήριο.