Πολλοί πιστεύουν ότι η κληρονομικότητα και το ψυχογενές στρες είναι οι δύο κύριοι παράγοντες που οδηγούν στην εμφάνιση αυτοανοσίας. Ωστόσο, μελέτες σε δίδυμα αδέρφια έχουν δείξει ότι η κληρονομική προδιάθεση εμπλέκεται κατά 25% περίπου, ενώ το υπόλοιπο 75% αφορά σε αίτια που οφείλονται σε παράγοντες κινδύνου, που συνδέονται με τον τρόπο ζωής. Το ψυχογενές στρες λειτουργεί κυρίως ως μηχανισμός πυροδότησης της νόσου, για τα περισσότερα αυτοάνοσα.
Οι παράγοντες κινδύνου που συνδέονται με τον τρόπο ζωής και διατροφής επιδρούν καθοριστικά στην εμφάνιση αυτοάνοσου νοσήματος. Καθώς οι παράγοντες αυτοί είναι μεταβλητοί, μπορούν δηλαδή να αλλάξουν, στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής και διατροφής, οδηγούν σε ουσιαστική βελτίωση της πορείας της νόσου, καθώς και σε βελτίωση της ποιότητας ζωής των ατόμων που έχουν εκδηλώσει αυτοάνοσο νόσημα.
Στάδια Ανάπτυξης ενός Αυτοάνοσου Νοσήματος
Τα αυτοάνοσα δεν οφείλονται σε έναν και μόνο παράγοντα. Πρόκειται για ασθένειες που αναπτύσσονται μέσα από την συνδυαστική επίδραση πολλαπλών παραγόντων.
Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η εμφάνιση αυτοανοσίας προκύπτει μέσα από 3 στάδια.
1. Κληρονομικότητα
Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων υπάρχει μια κληρονομική προδιάθεση, μια ευαισθησία στην ανάπτυξη αυτοανοσίας. Θεωρείται ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού έχει γονίδια που προδιαθέτουν για αυτοάνοσα νοσήματα. Παρότι η γενετική προδιάθεση συμμετέχει στην εκδήλωση αυτών των ασθενειών, οι μη-κληρονομικοί παράγοντες κινδύνου παίζουν σημαντικότερο ρόλο απ’ ότι πιστεύαμε παλαιότερα.
2. Παράγοντες Κινδύνου που Συνδέονται με τον Τρόπο Ζωής
Για την πλειοψηφία των αυτοάνοσων ασθενειών το μεγαλύτερο βάρος για την εκδήλωση τους, αφορά κατά 75% σε μεταβολικούς παράγοντες, που συνδέονται με τον τρόπο ζωής, τις ελλείψεις του οργανισμού και τη διατροφή[1].
Ανεπάρκειες σε μικροθρεπτικά συστατικά, όπως βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία, αντιοξειδωτικά κ.ά.:
Η οριακή χρόνια έλλειψη θρεπτικών στοιχείων περνάει απαρατήρητη για πολλά χρόνια, μέχρι την εκδήλωση κάποιας ασθένειας.
Συνθήκες ανεπάρκειας θρεπτικών ουσιών, επηρεάζουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και φυσιολογικών διαδικασιών του οργανισμού, αυξάνοντας τον κίνδυνο για την ανάπτυξη αυτοανοσίας.
Η κληρονομική προδιάθεση, οι ελλείψεις σε μικροθρεπτικά συστατικά και οι μεταβολικές διαταραχές, μπορούν να συνυπάρχουν σε ένα άτομο για χρόνια, χωρίς να εμφανιστεί νόσημα.
3. Το Στρες και Παράγοντες που Πυροδοτούν τη Νόσο
Πριν την εμφάνιση ενός αυτοάνοσου νοσήματος προηγείται μια μακροχρόνια περίοδος όπου δεν υπάρχουν συμπτώματα. Σε αυτό το διάστημα συσσωρεύονται μεταβολικές διαταραχές και συχνά ένα έντονο στρες πυροδοτεί την εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως πόνοι στις αρθρώσεις για παράδειγμα, στην περίπτωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Στη συνέχεια τα συμπτώματα εμφανίζονται με μεγαλύτερη ένταση και συχνότητα, μέχρι να έχουμε μια χρόνια εγκατεστημένη νόσο.
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι το ψυχογενές στρες είναι ο Νο1 παράγοντας για την εκδήλωση αυτοάνοσου νοσήματος. Μπορεί να είναι για πολλά νοσήματα, για τα περισσότερα αυτοάνοσα όμως, το στρες είναι η σκανδάλη, είναι αυτό που θα πυροδοτήσει την εκδήλωση τους.
Η εξέταση των αυτοάνοσων ως μια ομάδα ασθενειών, που οφείλονται σε κοινούς παράγοντες, έχει δώσει νέες προοπτικές στην αντιμετώπιση τους. Ιδιαίτερα η κατανόηση ότι τα αυτοάνοσα οφείλονται σε παράγοντες κινδύνου, που μπορούν σε ένα μεγάλο μέρος να μεταβληθούν, έχει αλλάξει την οπτική μας σχετικά με τις δυνατότητες πρόληψης, αλλά και την πορεία εξέλιξης αυτών των νοσημάτων.
Η αποκατάσταση της μεταβολικής ισορροπίας του οργανισμού βελτιώνει την κλινική εικόνα και την πορεία της υγείας ασθενών με αυτοάνοσο νόσημα.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι ακόμη κι αν κάποιος έχει γενετική προδιάθεση, μπορεί να αποφύγει την εκδήλωση ενός αυτοάνοσου νοσήματος, εφόσον εξαλειφθούν οι παράγοντες που πυροδοτούν αυτή την κατηγορία ασθενειών.
Ειδικές Εξετάσεις Εντοπίζουν τις Ελλείψεις & τις Μεταβολικές Διαταραχές που Είναι Κοινές στην Πλειοψηφία των Ασθενών με Αυτοάνοσα Νοσήματα
Aσθενείς με αυτοανοσία, έχουν κοινές ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές μεταξύ τους, ανεξάρτητα από το είδος αυτοάνοσου νοσήματος που έχουν εκδηλώσει.
O εντοπισμός και η διόρθωση των ελλείψεων και των μεταβολικών διαταραχών με τη χρήση ειδικών εξετάσεων, καθορίζουν την αντιμετώπιση και βελτιώνουν την πορεία των αυτοάνοσων νοσημάτων.
Οι συγκεκριμένες εξετάσεις ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις. Μετράνε πολύ μικρά μόρια που συμμετέχουν στις χημικές αντιδράσεις του οργανισμού. Το πλεονέκτημά τους είναι ότι καταγράφουν τις ακριβείς ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές, καθιστώντας έτσι αποτελεσματική την αντιμετώπιση και πρόληψη αυτοάνοσων και χρόνιων νοσημάτων[2-7].
Οι μεταβολομικές αναλύσεις είναι μια ευαίσθητη μέθοδος μέτρησης, ικανή να αποτυπώσει μεταβολικές δυσλειτουργίες που προκύπτουν από μια νόσο ή προβλέπουν την παρουσία αυτής, παρέχοντας ακριβή εικόνα για την κατάσταση της υγείας του κάθε ατόμου ξεχωριστά.
Παρέχουν στοιχεία σχετικά με τις ελλείψεις σε μικροθρεπτικά συστατικά, τις μεταβολικές διαταραχές και καθορίζουν τις στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις στη φαρμακευτική αγωγή, στον τρόπο ζωής και στη διατροφή που επιφέρουν μακροχρόνια και σημαντική βελτίωση στην πλειοψηφία των περιπτώσεων[2,6].
Με βάση την κλινική μας εμπειρία στους ασθενείς με αυτοάνοσα νοσήματα, ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής και διατροφής επιφέρουν:
Επιπρόσθετα, σε επίπεδο πρόληψης η πρώιμη ανίχνευση των παραγόντων κινδύνου επιτρέπει την έγκαιρη παρέμβαση προληπτικά, με σκοπό τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης νόσου[2,6,8-13].
Το πλεονέκτημα των μεταβολομικών αναλύσεων, είναι ότι το αποτέλεσμα των μετρήσεων συνδυάζει τη γενετική ποικιλομορφία ενός ατόμου, με τις ατομικές επιλογές διατροφής και τρόπου ζωής, που διαμορφώνουν την τρέχουσα κατάσταση της υγείας του[2,14].
Ο εντοπισμός και η διόρθωση των ελλείψεων, με τη χορήγηση θεραπευτικών δόσεων μικροθρεπτικών συστατικών, βελτιώνει τη συνολική κατάσταση της υγείας και την πορεία της νόσου των ασθενών με αυτοάνοσο νόσημα.
Νέα στοιχεία επιβεβαιώνουν το γεγονός, ότι για να επιτευχθεί μια ουσιαστική βελτίωση της υγείας και της ποιότητας ζωής, πρέπει ο κάθε ασθενής να αντιμετωπιστεί ως μια μοναδική περίπτωση και να αποκατασταθούν οι μεταβολικές διαταραχές και οι ελλείψεις του οργανισμού σε βασικά θρεπτικά στοιχεία, που οδήγησαν στην εκδήλωση νόσου[2,15].
Η φαρμακευτική αγωγή, η διόρθωση των ελλείψεων και η διατροφή του κάθε ασθενούς, πρέπει να προσαρμόζονται στο μεταβολικό του προφίλ. Κατ’ αυτό τον τρόπο, οι αλλαγές και οι βελτιώσεις διατηρούνται μακροπρόθεσμα.
Τα αυτοάνοσα νοσήματα δε θεωρούνται πλέον άλυτες καταστάσεις υγείας που χαρακτηρίζονται από σταθερή επιδείνωση. Συνεχώς περισσότερα εργαλεία, προστίθενται στη φαρέτρα μας για την αντιμετώπιση τους. Στοχευμένες ιατρικές παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής, στη διατροφή και στις ελλείψεις του οργανισμού μπορούν να επιφέρουν μακροχρόνια και σημαντική βελτίωση στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.
πηγή drtsoukalas.com
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο