γράφει η Βίλη Αντώναρου
Στις εγκυμοσύνες μου ήμουν στα καλύτερά μου. Έστιβα την πέτρα… πώς να το πω, μέχρι… να ουρλιάξει. Ατρόμητη και δημιουργική. Δυναμική και αισιόδοξη. Περήφανη και εντυπωσιακή. Ούτε εγώ δεν με πίστευα, αλλά έβγαινε αβίαστα. Time of my life. Θα το ξανάκανα εκατό φορές.
Από το πρώτο τρίμηνο της πρώτης μου εγκυμοσύνης εμφάνισα σοβαρή θρομβοφιλία, αλλά no problem. Πήγα στον τέλειο αιματολόγο για εγκύους και σώθηκα και εγώ και το μωρό. Ούτε που φοβήθηκα στιγμή. Εργαζόμουν και έκανα ανακαίνιση στο σπίτι (από αυτές που κουβαλάς και πλακάκια, όχι που λες πού-θα-μπει-τι ξαπλωμένη σε καναπέ) μέχρι το παραπέντε.
Στον 6ο μήνα είδα αιματάκι. Πολύ μοιραίο έγραφε το ίντερνετ αυτό αν το εμφανίσεις ειδικά στον 6ο μήνα. Ήμουν σίγουρη ότι όλα πάνε τέλεια. Πήγα τη βόλτα μου μέχρι το νοσοκομείο, έκανα όλες τις εξετάσεις και ξαναγύρισα στην καθημερινότητα μετά από μιάμιση βδομάδα.
Η κύηση διήρκεσε κάτι λιγότερο από 36 βδομάδες και κατέληξε σε καισαρική λόγω έλλειψης αμνιακού υγρού και ισχιακής προβολής. Δεν μάσησα μία. Πηγαινοερχόμασταν στο γιατρό κάθε μέρα για NST, ώστε να παρατείνουμε όσο το δυνατό περισσότερο την κύηση χωρίς να κινδυνεύσει το κοριτσάκι μας.
Όταν μπήκα στο χειρουργείο, μισή ώρα αργότερα είχα το πιτσιρίκι στην αγκαλιά μου και ένα ευμεγέθες γκρουπάκι friends & family τριγύρω μου. Παντού έλεγα ότι είχα μια τέλεια εγκυμοσύνη, χωρίς επιπλοκές. Ούτε που μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι κουράστηκα ή κινδύνεψα. Time of my life λέμε.
Λίγους μήνες αργότερα έμεινα έγκυος στη δεύτερή μας κόρη. Το ίδιο hype στη διάθεση ξανά. Όμως ο γιατρός δεν άκουγε καρδιά όταν υπολόγιζε ότι θα ήταν πια καιρός να ακούσει. Μίλησε για άδειο σάκο ή για κακή ανάπτυξη. Στη δεύτερη επίσκεψη, ο γιατρός έλειπε στο εξωτερικό. Η μαία του που μου έκανε το υπέρηχο, δεν μου έδωσε ελπίδες. Μου πρότεινε μάλιστα να σταματήσω τις αντιπηκτικές και να σκεφτώ αν θέλω να περιμένω να αποβάλω φυσιολογικά ή να κάνω απόξεση. Εγώ όμως ένιωθα ότι είμαι έγκυος.
Δύο μέρες μετά τη διακοπή των αντιπηκτικών, ένιωθα πονοκεφάλους και έβγαλα δύο τρεις μελανιές. Είπα στον άντρα μου ότι πρέπει να ακούσω το ένστικτό μου. Είναι ζωντανό το παιδί, αλλά με αυτή την ολιγωρία δεν ξέρω για πόσο. Του είπα, αλλάζουμε γιατρό και πάμε τώρα να μας δει. Ο θείος μου πρόσφατα μπαμπάς και αυτός μου σύστησε ανεπιφύλακτα τον δικό τους. «Είναι ο καλύτερος, είναι ο μόνος στην Ευρώπη που έχει τόσο μεγάλη επιτυχία στα v-bac, ο μόνος που δεν του έχει φύγει έγκυος στο χειρουργείο, ακόμη και με το τάδε περιστατικό όπου αν σου συμβεί 30% να πεθάνεις και άλλο 30% αν ζήσεις, να χάσεις τη μήτρα σου μπλα μπλα μπλα».
«Άστα αυτά, πάρ’τον τηλέφωνο να πάμε τώρα» του λέω.
Με εξέταζε για 20 λεπτά. Κάποια στιγμή μου λέει. Δώσε μου το χέρι σου. Μου πιάνει το σφυγμό. «Ακούς;» μου λέει και δυναμώνει την ένταση του υπέρηχου, έχοντας πάντα το probe στην κοιλιά μου. Ακουγόταν ένας σταθερός, αχνός και πολύ γρήγορος παλμός. «Σίγουρα γιατρέ δεν είναι ο δικός μου;». «Ναι αυτός που ακούμε είναι 50 χτύπους γρηγορότερος το λεπτό, θα είχες πεθάνει αν ήταν δικός σου!».
Οι μήνες περνούσαν και όλα ήταν φυσιολογικά. Ο νέος μας γιατρός μας μίλησε για v-bac και μετασχηματισμό, γιατί και το δεύτερο μωρό ερχόταν με ισχιακή προβολή. Όμως λίγες μέρες πριν την ημερομηνία τοκετού, ο γιατρός άλλαξε γνώμη. Το πάμε με καισαρική κι αυτό. Δεν μου είπε γιατί, αλλά ΟΚ. Δεν μου έκανε καμία διαφορά. Προσωπικά ποτέ μου δεν κατάλαβα αυτά τα περί του πόσο μάνα είσαι από το αν συνέλαβες φυσιολογικά ή με εξωσωματική, αν το έκανες στα 25 ή στα 49 σου, αν το γέννησες φυσιολογικά ή με καισαρική. Αυτά είναι μόνο αν θες… έξτρα πόιντ μαμαδοσύνης επειδή μόλις το πάρεις στα χέρια σου δεν ξέρεις αν θα σκοράρεις το ίδιο καλά ή αν έχεις τίποτα τοξικές δίπλα σου που κοκορεύονται για πράγματα της τύχης. Μπήκα στο χειρουργείο. Κοίταξα το ρολόι απέναντί μου. 12 η ώρα ακριβώς. Ήξερα με την πείρα μου από την πρώτη φορά ότι σε μισή ωρίτσα περίπου θα είχα τη μικρή στην αγκαλιά μου.
Κάποια στιγμή όμως στο πρώτο δεκάλεπτο, ο γιατρός μονολογεί κάτι τύπου: «Σάισε. Χα Πε. Πού είναι ο ΧΧ, πείτε του, αργούμε για Ντυνάν, ή μάλλον βάλτε τον μέσα». Εγώ νυσταγμένη, μόλις που ξεχωρίζω πάνω από το γαλάζιο κουρτινάκι αίμα να ξεπηδάει. «Τι συμβαίνει;» ρωτάω την μαία. «Τίποτα, αν θες μπορείς να κοιμηθείς». Το επόμενο πράγμα που θυμάμαι είναι να ανοίγω τα μάτια μου μισοναρκωμένη. Κοιτάω το ρολόι, έχει περάσει πολύ περισσότερη ώρα από το κλασικό ημίωρο που νόμιζα.
«Τι συμβαίνει; Το βγάλατε το μωρό;». Ναι, μου λένε και μου κάνουν νόημα να κοιτάξω δεξιά μου ένα βυσσινί στρουμπουλό πλασματάκι το οποίο δεν κλαίει. «Γιατί δεν κλαίει;» Να μην ανησυχώ μου λένε, είναι νωρίς ακόμη. Κάτι μου κάνουν στο αριστερό μου χέρι. Μέχρι να γυρίσω από εκείνη τη μεριά, ίσα που βλέπω ένα άλλο αντρικό τριχωτό χέρι πάνω από το παραβάν, το οποίο δεν ανήκει στον γιατρό μου. Αμέσως μετά ξαναβυθίζομαι.
Τα μάτια μου ανοίγουν λίγο μετά και προσπαθώ να καταλάβω αν έχουν περάσει πια δύο ή τρεις ώρες από τις 12, προσπαθώντας να εστιάσω στο ρολόι. Το σώμα μου από τη μέση και κάτω ανασηκώνεται, σαν να το τραβούν, σαν να ράβουν τσουβάλι. «Τι συμβαίνει; Πού είναι το μωρό;» ρωτάω. Μου λένε να ηρεμήσω. Όλα καλά. Ξανακοιμάμαι.
Αναδύομαι πάλι στην επιφάνεια, σαν να βρισκόμουν σε πηγάδι όλη την ώρα και ανοίγω τα μάτια. Το ρολόι πια δεν έχει νόημα να το κοιτάξω, σίγουρα θα έχει ξεφύγει κατά πολύ. Βρίσκομαι ακόμη στον ίδιο χώρο, ο γιατρός με κοιτάει και μου κάνει νόημα ‘όλα καλά’ με ένα χαμόγελο μισοξεπαγωμένο. Καταλαβαίνω ότι τα πράγματα έχουν αρχίσει να σταθεροποιούνται. Κι ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε πριν. Προσπαθώ να ξαναπαίξω το κασετάκι.
Με σέρνουν έξω με το φορείο και μου λένε ότι τώρα θα δω τον άντρα μου. «Μας τρόμαξες μικρή» μου λέει. Δεν έχω κουράγιο ούτε το μάτι να ανοίξω ούτε τα χείλη να κουνήσω. Ξαναξυπνάω σε μία άλλη αίθουσα, με κόσμο. Κάνω να κινήσω πόδια, ακόμη τίποτα. Μία νοσοκόμα έρχεται από πάνω μου, κάτι κοιτάει και μου λέει, καλά πάει, σε λίγο θα πας στο δωμάτιο.
«Το παιδί;» «Όλα καλά». «Πού είναι; Το κράτησα ποτέ μου αγκαλιά;» «Δεν θυμάσαι τίποτα;» «Όχι». «Το είδε και ο άντρας σου και η νονά. Έλα περίμενε λίγο ακόμη και θα πας στο δωμάτιο».
«Τι μάνα είμαι, δεν θυμάμαι αν κράτησα αγκαλιά το παιδί μου» σκεφτόμουν, χωρίς να υπολογίζω τι άλλο θα μπορούσε να είχε συμβεί.
Το ίδιο βράδυ με ξενύχτησε η νονά, η κολλητή μου, όπως είχε κάνει και με την πρώτη μου, η οποία βέβαια ήταν δοσμένη από πριν τη σύλληψή της στον κολλητό του άντρα μου για βαφτιστήρι. Μου διηγήθηκε το άγχος και την αγωνία τους, την ώρα που περνούσε και κανείς δεν έβγαινε να τους πει τίποτα. Στη συνέχεια ότι κάποιος βγήκε και τους είπε ότι το μωρό είναι καλά αλλά ότι η μαμά πρέπει να μείνει στο χειρουργείο λίγο ακόμη. Και μετά κι άλλες ώρες.
Ζήτησα το κινητό μου. Μου ήρθαν οι λέξεις του γιατρού. Ήταν της γερμανικής. Σάισε, είχε αναφωνήσει, σαν να λέμε oh shit στα γερμανικά. Και Χα Πε καλά είχα ακούσει; Ήταν αρχικά; Αυτού που είχα πάθει; Δεν είχα κουράγιο να γκουγκλάρω. Μπήκε ο γιατρός μέσα. «Τι συνέβη εκεί;» τον ρωτάω. «Ηρέμησε, όλα καλά τώρα, έτσι;». «Ναι μα τι συνέβη;» «Ας πούμε ότι ήταν ένας εργώδης τοκετός, αλλά τώρα όλα καλά, ξεκουράσου. Θα τα πούμε άλλη φορά». «Εργώδης;»
Αργότερα το βράδυ, μπήκε άλλος γιατρός, για να μιλήσει στη διπλανή μαμά. Αναγνώρισα το τριχωτό χέρι να προβάλει έξω από την κοντομάνικη γαλάζια μπλούζα.
«Συγνώμη, εσείς, ήσασταν μέσα στο χειρουργείο μου, σωστά;» Γύρισε και με κοίταξε. Σηκώθηκε και ήρθε προς το μέρος μου «Πώς σε λένε;» Κοίταξε το ταμπελάκι. Α μάλιστα, μας ταλαιπώρησες πολύ. «Τι συνέβη θα μου πείτε;» «Δεν σου είπε ο γιατρός σου; Εγώ απλά τον περίμενα εκείνη τη μέρα για να πάμε σε άλλο νοσοκομείο που είχαμε κάποιο χειρουργείο μαζί, αλλά τελικά μπήκα στο δικό σου. Μας το άλλαξες το πρόγραμμα για τα καλά» είπε κρίνοντας ότι το να κάνει πως με μαλώνει θα ήταν πιο light από την αλήθεια. Τον πίεζα να πει κάτι, να μου δώσει μια λεπτομέρεια έστω. «Σημασία έχει ότι είσαι μαζί μας και ότι το μωρό είναι καλά. Έχασες πολύ αίμα. Άνοιξε η μήτρα στα δύο σαν πορτοκάλι. Ήταν και η αρτηρία εκεί κοντά. Μην το παρακάνεις τώρα, πάρε όλη τη βοήθεια που μπορεί να χρειαστείς μέχρι να συνέλθεις».
Ποτέ δεν μου είπε κανένας γιατρός τίποτα για το τι πέρασα και τι συνέβη και πόσο κινδύνεψα εγώ ή το παιδί. Κάθε χρόνο που πήγαινα στον γιατρό μου, ρωτούσα και μου έλεγε, όλα καλά. Όταν του είπα μια φορά για τα πορτοκάλια και τα Χα Πε και αν ήταν αυτό που αν σου συμβεί τότε 30% να… , τότε μόνο μου είπε: «Μην ανησυχείς, ένας κιρσός ήταν. Τίποτα δεν ήταν».
Το μικρό αυτό το δεύτερο, μου έχει βγει πολύ ζωηρό, πολύ απαιτητικό, πολύ βασανάκι. Είναι λατρεμένο, χαριτωμένο όσο δεν πάει, αλλά με πατάει και με λιώνει. Καμιά φορά του λέω «βρε, όλο πας να με πεθάνεις, εσύ;» Ξέρω, ξέρω, πολύ παιδαγωγικό από μέρους μου, αλλά ξέρει και αυτή και εγώ ότι δεν ισχύει. Ίσως μάλιστα το αντίθετο, γιατί εκεί, μικρό εμβρυάκι που ήταν μέσα στην κοιλιά μου που έπαιζε κρυφτούλι και δεν ακουγόταν, με έκανε και άλλαξα γιατρό και πήγα σε αυτόν που αν δεν ήμουν στα χέρια του, τώρα ίσως… ίσως και όχι πάλι. Ποτέ δεν θα μου εξομολογηθεί ο αφοπλιστικός ζεν υπέροχος γιατρούλης. Για κείνον ίσως ήταν όντως απλά ένας εργώδης τοκετός… Υγειά στα χέρια του να έχει πάντα.
μαμά Βίλη
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
Κανένα σχόλιο ακόμη
Γράψτε πρώτος ένα σχόλιο