Θυμάμαι πως περίμενα όλη τη χρονιά για την παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς… Με τη παιδική μου φίλη, Καίτη, σηκωνόμασταν από το πρωί, παίρναμε το τριγωνάκι μας ή μια μαγκούρα ή τον πλάστη της μαμάς μας… και βγαίναμε στα σοκάκια της Σκοπέλου να πούμε τα κάλαντα και να μαζέψουμε το χαρτζιλίκι μας. Η Καίτη δεν είχε συγγενείς στη Σκόπελο, ούτε κι εγώ… Έτσι δεν είχαμε ελπίδες να μαζέψουμε αρκετά χρήματα από φιλοδωρήματα.
Η μητέρα μου, η κυρά Λένη, μας έλεγε «παραδόπιστες» γιατί πάντα θέλαμε περισσότερα! Όσα και να μας έδιναν, τα θεωρούσαμε λίγα… Ουσιαστικά το καλό χαρτζιλίκι, ήταν ένδειξη αγάπης… Γυρνούσαμε σε κάθε άκρη του νησιού και όταν συναντούσαμε άλλα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα, πάντα τους ρωτούσαμε πόσα χρήματα μάζεψαν. Ακούγαμε περισσότερα από εμάς και μας έπιανε η γκρίνια… Αναθεματίζαμε που δεν είχαμε τους συγγενείς κοντά μας.
Τρέξε να προλάβουμε κι άλλα σπίτια της έλεγα, πριν κοιμηθούν…
Θυμάμαι να ανεβαίνουμε μέχρι την άκρη του νησιού και να χτυπάμε πόρτες… Τότε άνοιγαν, σήμερα δεν ξέρω… Κάθε μια ώρα κάναμε τη μοιρασιά. Κατά βάθος ήμασταν καχύποπτες. Δεν εμπιστευόμασταν, ούτε την κολλητή μας. Νομίζω πως ψάχναμε το συναίσθημα. Κάναμε πολλές μοιρασιές κατά τη διάρκεια της μέρας, για να έχουμε τον έλεγχο της είσπραξης. Θυμάμαι η ώρα είχε πάει οκτώ το βράδυ, ήμασταν από τις οκτώ το πρωί στους δρόμους και δεν είχαμε σταματημό. Χτυπούσαμε ακόμη πόρτες να μας ανοίξουν. Τα άλλα παιδιά είχαν βγάλει περισσότερα… και όσο το ακούγαμε, τόσο παίρναμε ξανά τους δρόμους.
Μετρούσαμε τις δραχμές στη μέση του δρόμου, όταν κάποια στιγμή μας βλέπει η μάνα της Καίτης, η κυρά Τασία και μας βάζει τις φωνές. Έπρεπε να πάμε φαγητό στον παππού Τριαντάφυλλο, τον είχαν υπό την προστασία τους και έμενε σε ένα σπίτι, ψηλά στο νησί. Εμείς είχαμε ξεχαστεί… στη μοιρασιά!!! Πήραμε τη σακούλα με το φαγητό και στη διαδρομή ενωθήκαμε με άλλα παιδιά, κυρίως αγόρια- τέτοια ώρα, τα κορίτσια είχαν μαζευτεί μέσα…- και συνεχίσαμε να λέμε τα κάλαντα… Το βλέπαμε σαν παιχνίδι… σαν ζαβολιά στους οικείους μας. Το φαγητό το πήγαμε πολύ αργότερα… και πολύ κρύο!!!
Όταν κοιτάξαμε το ρολόι, η ώρα είχε πάει έντεκα, τη νύχτα… Δεν ξέραμε με τι μούτρα, θα πηγαίναμε πίσω στο σπίτι. Κάποια στιγμή οι φωνές των γονιών της Καίτης ακούστηκαν, μέχρι την άλλη άκρη του νησιού… Οι δικοί μου γονείς ήταν πιο ήσυχοι. Πάντα έλειπα, χανόμουν στο σπίτι της Καίτης και στην αγκαλιά της γιαγιάς της Κουκίτσας… Οι φωνές τους για πρώτη φορά μας τρόμαξαν. Τους ανησυχήσαμε πραγματικά, αλλά… Πώς να τους πούμε ότι εμείς συνεχίζαμε να λέμε τα κάλαντα γιατί τα άλλα παιδιά είχαν βγάλει περισσότερα… και κυρίως Πώς να τους κατηγορήσουμε που μετακόμισαν σε ένα νησί, που δεν είχαμε συγγενείς να μας δώσουν ένα καλό φιλοδώρημα για να βγάλουμε αρκετά χρήματα από τα κάλαντα… Πώς να τους πούμε ότι θυμώνουμε κάθε φορά που νιώθουμε ότι δεν υπάρχει κάποιος να μας πει πως μας νοιάζεται και μας αγαπά…
Εμείς θα συνεχίζαμε να χτυπάμε πόρτες, κάθε Χριστούγεννα και πρωτοχρονιά ουσιαστικά αναζητώντας τους συγγενείς μας, τους δικούς μας ανθρώπους. Τότε το λέγαμε φιλοδώρημα και η μητέρα μου μας έλεγε «παραδόπιστες.» Σήμερα ξέρω καλά πως αναζητούσαμε τη ζεστασιά των δικών μας ανθρώπων, που δεν ήταν εκεί κοντά μας.
Η Καίτη ήταν από Αθήνα …κι εγώ από Βόλο. Εκεί ήταν οι δικοί μας άνθρωποι. Μάταια τους ψάχναμε στη Σκόπελο Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά…!
—
Παρακολουθήστε το προσωπικό media blog της Ζήνας Κουτσελίνη στο www.entertv.gr
Στο "Είμαι Μαμά!" όλοι έχουν λόγο! Θες να μοιραστείς μαζί μας μια εμπειρία σου; Να γράψεις κάποιο κείμενο σχετικό με την ειδικότητά σου; Είδες κάτι ενδιαφέρον που πιστεύεις ότι αξίζει να δημοσιεύσουμε; Επικοινώνησε μαζί μας στο eimaimama@gmail.com
εγώ αλλάζω τους παρελθοντικούς χρόνους των ρημάτων κ βάζω ενεστώτα........... :-(
Αχ τι όμορφο νησί είναι η Σκόπελος και τι όμορφες παραλίες που έχει. Πριν 2 καλοκαίρια πέρασα μια τέλεια εβδομάδα εκεί!! Αχ... Τι ωραία που τα γράφεις Ζήνα, τώρα νιώθω σα να έχω επισκεφτεί το νησί και τα Χριστούγεννα!